Header Painting by Agapi Hatzi

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 28, 2009

Ό,τι μου κατέβει...

Με εγκατέλειψαν όλοι σήμερα… Καιρός να γράψω ποστ.

Γιορτές… Τα Χριστούγεννα είναι ΟΙ γιορτές.
Δεν είναι που γεννήθηκε ο καλός Χριστούλης·
είναι που άλλη μια χρονιά την τρώει η μαρμάγκα.
Μην σας πω η μαρμότα…
Όσο περνάει ο καιρός ζούμε όχι τη μέρα, μα τη χρονιά της μαρμότας.

------------------

Η ζωή είναι μόνοι μεταξύ μόνων.
Ή μονοί μεταξύ μονών; Περιττών;

Είναι βέβαια και οι πρώτοι.
Που δεν διαιρούνται με τίποτα άλλο εκτός από τον εαυτό τους και το ένα.
Αυτοί δεν μιμούνται.
Τι σκατά να μιμηθούν;
Είναι δυνατόν το 11 να μιμηθεί το 23;

Όμως… η μίμηση είναι κίνητρο.
Κάθε κίνητρο είναι θεμιτό, φτάνει να συνεχίζεις να υπάρχεις.
Και ει δυνατόν να εξελίσσεσαι.
Το απόλυτον είναι και τελματικόν.
Άμα βρίσκεις κόλπα χρήσιμα, απλά χρησιμοποία τα.

Κι άμα δεν σου ταιριάξουν -που δεν θα σου ταιριάξουν- πέτα τα στα σκουπίδια.
Εν τω μεταξύ κάτι θα έχεις κερδίσει.
Μία ακόμη σκέψη αν μη τι άλλο.
Μία ακόμα πράξη ακόμα καλύτερα.
Και όπως κυρίως προείπον: ένα κίνητρο. Έστω για λίγο.

------------------

Μπορούμε, λέει, να μεγαλώνουμε αξιοπρεπώς δίχως να παρακμάζουμε.
Αν η σήψη δεν είναι υποχρεωτική, τότε οφείλουμε στον εαυτό μας
-οι μη αυτοκαταστροφικοί, χαχα!-
να την αποφεύγουμε.
Αν πάλι είναι υποχρεωτική, τουλάχιστον ας μην την επιδεικνύουμε.

Γιατί τα λέω όλ’ αυτά;
Γιατί βαρέθηκα να ακούω πως το περιεχόμενο ουδεμία σχέση έχει με τη μορφή.
Ή ακόμα χειρότερα πως βρίσκεται σε πλήρη αντίφαση.
Οι πλούσιες πουτάνες δεν έχουν να αναδείξουν μέσα από την πλαστική ομορφιά τους
εσωτερικότητα -είναι αλήθεια.
Όμως ούτε οι ξεδοντιασμένοι διανοούμενοι… μες στη γενική φθορά ξεθωριάζουν όλα.
Μένει μόνο το γινάτι.

Αν δεις έναν ωραίο άνθρωπο, το ξέρεις, το βλέπεις, το νιώθεις:
είναι ωραίος μέσα-έξω.
Με τον τρόπο του ο καθένας.
Δεν είναι Μπάρμπι ούτε Τζων-Τζων.
Δεν βρωμάει όμως σήψη. Ανεξαρτήτου ηλικίας.
Δεν βρωμάει γενικώς.
Η όσφρηση ίσως θα έπρεπε να είναι το ύστατο κριτήριο…

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 17, 2009

Όλα παίζουν

Είμαι κουρασμένη… και το προηγούμενο μου post έλεγε ψέματα…
Σιγά μην έχω κουμαντάρει το μυαλό μου… Ευσεβείς πόθοι…
Πολλές φορές συμβαίνει αυτό: τα ψέματά μας δεν είναι ακριβώς ψέματα·
είναι αυτά που θα θέλαμε να είναι και τα παρουσιάζουμε ως αλήθεια.

Τεσπα… ανεξέλεγκτο είναι το ακατονόμαστο και τρέχει…
Και σήμερα κατασκευάζει θεωρίες συνωμοσίας
ακόμα και γι’ αυτά στα οποία προς στιγμήν έχει ταχθεί.
Δεν θα επεκταθώ στο πώς και τι, δεν έχει εξάλλου καμιά σημασία.
Οι θεωρίες συνωμοσίας είναι από χέρι παρανοϊκές σκέψεις.
Πόσο μάλλον όταν αφορούν σ' αυτά που ο ίδιος έχεις επιλέξει.

Μού ‘ρθε όμως και μια «θεωρία περί εξυπνάδας»:
έξυπνος είναι αυτός που ακούει.
Αυτός που γνωρίζει, πως πάντα είναι πίσω από κάποιον άλλον.
Ή λοξά. Ή αλλού.
Πως πάντα έχει να μάθει… να μάθει κάτι εντελώς καινούριο.
Και πως ενδέχεται ό,τι πίστευε έως τώρα να μην είναι ακριβώς έτσι.

Ίσως εντέλει αυτός που ξέρει, νιώθει, φαντάζεται, εικάζει
πως… όλα παίζουν…


Σάββατο, Δεκεμβρίου 12, 2009

Βασικό ερώτημα





















Παλεύω μες στο σύμπαν
-εκείνο το φρακταλικό, το εσωτερικό μου-
να ξεριζώσω τα ζιζάνια,
και ό,τι μείνει
αυτό να είναι·
δίχως την έγνοια τι θα γίνει.

Ένα βλαστάρι
μοναχό
κάτω απ’ τον ήλιο.

Πόα δεν είμαι…
όλο σκληράδες είμαι.
Να μαλακώσω πολεμώ
ό,τι είν' εκεί και με πονά
και που βασίλισσα όλα έχουν
τη Ντάμα Κούπα: την καρδιά.

Αλλά κι αυτήν, βασίλισσα εγώ δεν την λογίζω·
τη βλέπω ως όργανό μου.
[Μ' αυτό το «εγώ», μ' αυτό το «μου»
βαθιά με περιορίζω]

Αν είν' η καρδιά όμως όργανο,
ποιος είναι ο αφέντης;
Καθαίρεσα τον δικτάτορα,
-Νου τον εφώναζα περήφανη,
νά 'ναι καλά η προπαγάνδα.

Ποιος κυβερνά
το γήινο αυτό σώμα
και όλα τα δικά του;

Με την ανάσα προχωρώ:
το πρώτο μου αυτόματο να γίνει πια τιμόνι.
Ποιανού όμως τιμόνι;

Το ερώτημά μου είναι εκεί…

Ίσως απαντηθεί όταν στ’ αλήθεια
ένα βλαστάρι
μοναχό
κάτω απ’ τον ήλιο μείνει.

Ίσως ο ήλιος τού το πει.

Ίσως ακόμα,
ένα πρωί
μες απ' αυτό χαράξει.




Πέμπτη, Δεκεμβρίου 10, 2009

Hangover

















Κρίμα είναι -μπορεί και ντροπή-
να σβήνουν οι σχέσεις με συναισθήματα αρνητικά.
Μοιάζουν εκ των υστέρων σαν ένα τεράστιο σφάλμα.

Πώς είναι όταν μεθάς πολύ;
Κι ύστερα μένεις μ’ ένα βαρύ κεφάλι και μία αίσθηση
«Άλλη μια νύχτα χαμένη…»;

Στα έργα ξυπνούν δίπλα σε πτώματα
-πλημμύρα από αίμα- στο κρεβάτι τους…
Στη ζωή απλώς μέσα στη θάλασσα των ίδιων τους των ξερατών.




Δευτέρα, Δεκεμβρίου 07, 2009

Γυναικείος ναρκισσισμός


Μία γυναίκα πού ‘χει βιώσει το θαυμασμό τον αντρικό,
όπου όλοι σωπαίνουν και το σαγόνι πέφτει,
ξέρει ακριβώς πότε αρέσει.
Δεν βαυκαλίζεται με κολακείες.

Μία γυναίκα που έχει νιώσει τη δόνηση
«Γεννήθηκα μονάχα για να ζήσω αυτό»
διακρίνει το ρηχό τού στιγμιαίου πόθου.
Μπορεί να υποκύψει, αλλά εν πλήρη γνώσει.

Μία γυναίκα που έχει αγαπηθεί ψυχή τε και σώματι,
δεν ξεγελιέται με λογάκια από ημερολόγια παλιά.
Κινήσεις ανεπαίσθητες, βλέμματα, φράσεις,
προδίδουν την αμφιβολία· το ναι μεν, αλλά…

Μια τέτοια γυναίκα δεν νερώνει το κρασί της.
Παραδίδεσαι στα χείλη της,
λιώνεις στον ουρανίσκο της,
αφήνεσαι στην γλυκιά του τραχήλου κατηφόρα.


Άνευ όρων.




Σάββατο, Δεκεμβρίου 05, 2009

Δέκατα...




Μου φαίνεται πως έχω τη γρίππη.
Τίποτα σπουδαίο, λίγη αδιαθεσία.
Την έχουν ήδη πολλοί γνωστοί μου περάσει, ιδίως παιδιά.
Προφανώς κάποιο απ’ όλα με κόλλησε κι εμένα.
Εξακριβωμένα τη συγκεκριμένη γρίππη.

Δεν τρέχει τίποτα.
Η πιο «σοβαρή» περίπτωση που άκουσα ήταν ένα κοριτσάκι
με 6 μέρες υψηλό πυρετό, που πήγε να της το γυρίσει σε λοίμωξη των πνευμόνων,
αλλά πήρε αντιβίωση κι έγινε αμέσως καλά.
Δεν είναι τίποτα σημαντικότερο από οποιαδήποτε κοινή γρίππη.

Εκνευρίζομαι με τον πανικό που προσπαθούν μονίμως να δημιουργήσουν οι διάφοροι
που επωφελούνται κάθε φορά από τις περιστάσεις,
και τα media, που παίρνουν την τρίχα και την κάνουν τριχιά
να πουλήσουν φόβο στον κοσμάκη,
που γουστάρει να τρέφεται μ’ αυτόν, λες και κάτι του προσφέρει.
Ίσως και να του προσφέρει: μια υποτυπώδη επικινδυνότητα στη γελοιωδώς ανιαρή ζωή του.

Λυπάμαι για την κατάντια μας,
να πιανόμαστε από extra large μαλακίες για να νοημαδοτήσουμε την ύπαρξή μας·
η οποία έχει ένα σωρό πράγματα να πιαστεί,
φτάνει να ανοίξει λιγάκι,
να ρουφήξει την ολόγυρά της διάχυτη μαγεία.


Τετάρτη, Δεκεμβρίου 02, 2009

Θα μου πείτε τι να κάνω επιτέλους;;










Η σιωπή είναι χρυσός, όμως πρέπει να βγάζεις από μέσα σου αυτά που νιώθεις.
Να είσαι ευθύς, όμως να προσέχεις τι θα πεις μην ενοχλήσεις, μην προσβάλεις, μην πληγώσεις.
Το ψέμα είναι αμαρτία, όμως «δε νοείται κοινωνία δίχως τα κατά συνθήκην ψεύδη».

Το γοργόν και χάριν έχει, όμως σπεύδε βραδέως, διότι όποιος βιάζεται σκοντάφτει.

Γενικώς… ακόμα κι οι λέξεις αντιφάσκουν στο κεφάλι:
Ο έρως, ας πούμε· αποζητά την οικειότητα, η οποία αυτομάτως σημαίνει το τέλος του.
Αυτοκαταστροφικός ως έννοια ο έρως δηλαδή…
Ή:
Παν μέτρον άριστον, όμως το επίθετό του -μέτριος- μισητόν… (και ξενέρωτον επίσης…)

Ειλικρινά, είμαι ένας πολύ μπερδεμένος άνθρωπος…
Εσείς;


Τρίτη, Νοεμβρίου 24, 2009

Ρίμες, κόλπα παλιά...


Είν’ ώρες που κάτι νοσταλγείς
Και πώς να το παλέψεις;
Σκοτώνεις το χρόνο μ’ ό,τι βρεις
Και προσπαθείς ν’ αντέξεις.

Ρίμες, κόλπα παλιά
Μες στο μυαλό κλωθογυρίζεις
Και το κενό μες στην καρδιά
Μ’ αράδες το γεμίζεις.

Λέξεις ανδρών και γυναικών
Ανθρώπων δουλεμένων
Ποιητών, του Χάρου χορηγών
Και της ζωής χαμένων.

Ναι, κάπως έτσι πολεμάς
Tη θλίψη και τα πάθη.
Πύρρεια νικάς, πάλι μεθάς·
-μέχρι να γίνεις στάχτη.



Κυριακή, Νοεμβρίου 22, 2009

Περί φίλων

Μερικές φορές αναρωτιέμαι με τι κριτήρια διαλέγω τους ανθρώπους, που κάνω παρέα.
Έχω αρχίσει να ανησυχώ πως είναι ό,τι λάχει οι «επιλογές» μου.
Ό,τι περάσει από το διάβα μου.

Από την άλλη, είναι σαφές πως άμα βαριέμαι να ασχοληθώ με κόσμο,
δεν πα’ να περάσει κι ο Δαλάι Λάμα από το διάβα μου, εγώ θα τονε γράψω.

Μάλλον έχει να κάνει με την ψυχολογική κατάσταση της εποχής·
μαζεύεις γύρω σου παρόμοιους.
Όχι παρόμοιους ως προς την κοινωνική, μορφωτική, ηλικιακή -και τα συναφή- κατάσταση.
Ως προς την ψυχολογική. Τελεία και παύλα.

Άμα είσαι μες στην καλή χαρά, σου κάθονται party animals, χαζοχαρούμενοι, γαμίκουλες και τέτοιες χαριτωμενιές...
Αν είσαι μες στην κατάθλιψη, σου κατσικώνονται όλοι οι καταθλιπτικοί της οικουμένης.
Και φυσικά σε κάνουν χειρότερα κι απ’ ό,τι ήσουν.

Είναι, δε, φως φανάρι, πως όταν «πέφτεις», κανένας ανεβασμένος ή απλώς νορμάλ δεν γουστάρει την κατήφεια σου.
Όλοι -ακόμα και οι συγγενείς- σε αποφεύγουν σε τέτοιες φάσεις.
Η μιζέρια είναι κολλητική σαν τη γρίπη των χοίρων
και κανείς δεν έχει όρεξη να πέσει στο κρεβάτι και να μην σηκώνεται για μήνες.

Όμως από αλλού άρχισα… πώς διαλέγω τους φίλους μου.
Κάνοντας ένα flashback, ειλικρινά απορώ με τον εαυτό μου.
Έχω κάνει παρέα με ασύλληπτους μαλάκες.
Ανθρώπους με μυαλό αεροστεγώς κλεισμένο.
Το γνώριζα και τότε, όμως επέμενα.
Γιατί;
Έλα ντε…

Ίσως ήταν η παλιά, γνωστή θεωρία, πως από όλους έχεις κάτι να κερδίσεις.
Ειδικά τους εντελώς διαφορετικούς από εσένα.

Τεσπα…
Το θέμα είναι ότι και τώρα, μπαίνοντας στο facebook και βρίσκοντας κάποιους απ’ αυτούς ξανά,
τους κάνω για 2η φορά εικονικούς φίλους.
Καμιά φορά μιλάω και μαζί τους.
Και πάλι αναρωτιέμαι: ποιος ο λόγος;
Για να γράφει το κοντέρ;

Νομίζω, πως θα πέσει πολλή διαγραφή.
Καλύτερα άγνωστοι -κάποια ελπίδα έχεις να πέσεις σε κανέναν ενδιαφέροντα άνθρωπο-,
παρά προσπάθεια συντήρησης παλιών κι αρρωστημένων επαφών.


Και παρεμπιπτόντως: στ’ αρχίδια μου, παιδιά, από πού περνάει ο Κρόνος.
Δε νομίζω πως είναι αυτό το πρόβλημά μας.

Από πού και πώς περνάει ο Χρόνος, ο δικός μας περιορισμένος Χρόνος, ναι…
Αυτό είναι πρόβλημά μας.


Παρασκευή, Νοεμβρίου 20, 2009

Ίαση

Ένα δάχτυλο ποδιού σπασμένο στο μετατάρσιο παίρνει καιρό να γιάνει.
Είναι η θέση: η ακούσια κίνηση το εμποδίζει να πωρωθεί.
Γιατί πωρώνεται εύκολα ό,τι επιμένει στο γνώριμο.

Αν το οστό ακινητοποιηθεί -κι αυτή είναι η στάση των πολλών
και φευ, των "ειδικών"-
το μόνο σίγουρο είναι πως οι μύες θα ατροφήσουν γύρω
και αργά ή γρήγορα θα επέλθει το επόμενο κάταγμα.
Μέχρι το μέλος να μείνει ανάπηρο.

Όμως: όταν οι μύες τα βάζουν με τα κόκκαλα, νικούν οι μύες.
Η ενδυνάμωση, η ευλυγισία, η προσαρμογή.
Αυτοί -αυτά- καθορίζουν τη δομή ακόμα και των πάνσκληρων οστών.



Πιάσε, αγάπη μου, κάτι με τα δαχτυλάκια,
ας είναι και σπασμένα,

προσπάθησε να το γαντζώσεις
-έστω και πλασματικά-,

πάλεψε να το κουνήσεις,
να το φέρεις προς τα σε...

Μόνον έτσι θα γιάνεις.


Τρίτη, Νοεμβρίου 17, 2009

Στιγμές Νο 2

Στιγμές χαράς, ψίθυροι «Είν’ όμορφα εδώ κάτω… μείνε».
Κι άλλοτε χέρι μανιακό, σπρωξιά στην άβυσσο.

Στιγμές σα μνήμες παιδικές, με ολόδικιά τους γεύση:
γλυκό του κουταλιού
και πικραμύγδαλο τριμμένο.
Ανάκατα συνήθως…

Ανάλατες στιγμές πολλές, τόσο ανελέητα πολλές!

Καμιά φορά καυτές, σε σημαδεύουν.
Και άλλες -μα δεν τις μύρισες;- από καιρό καμένες...

Συχνά αφαιρείσαι «Ξύπνα μωρό μου, τρέχα!»
Μα μοναχός... αφήνεσαι· στα όνειρα τυλίγεσαι...

Ακούστηκε ένα μπαμ, έκρηξη!

Κι άλλη στιγμή, σιωπή, πυκνή σα στέρεα·
τα υπονοούμενα την πήζουν.
Πού ‘ν’ το μαχαίρι;

Κάποτε φτάνεις σε στενό
με φωσφορίζον κόκκινο σημάδι
«Αδιέξοδο»
Αμήχανα πισωγυρίζεις.

Και -alas!- είναι οι ώρες οι σημαντικές·
στο μέλλον επετειακές:
μέσα σου κάτι γεννιέται.

Και μέσα σου κάτι πεθαίνει…



Στιγμή-στιγμή, στιγμές…
Καμιά τους δεν ορίζουμε.
Κι ας λέμε αυτάρεσκα έτσι.

Εκείνες μας ορίζουν.
Και όλα αυτές -και μόνο αυτές-
αυτές τα καθορίζουν.


Πέμπτη, Νοεμβρίου 12, 2009

Όταν έχεις την τάση να ζεις…

…το τράβηγμα, το τέντωμα είναι ευεργετικό, κι ας πονάει.
Ανοίγουν οι σύνδεσμοι.
[Τραβάτε με κι ας κλαίω, που λένε…]
Κι οι κάμψεις καλές είναι, χρειάζονται.
Σε κάνουν ευλύγιστο, δίχως να σπας.
Οι μυστήριες στάσεις σού χαρίζουν πρωτότυπες δυνάμεις.
Αλλά μπορεί να μείνεις εκεί. Να δεθείς κόμπος.
Βήμα-βήμα. Και συγκέντρωση στο τώρα.

-------------------------------------

Τελικώς, ένα πράγμα μου έλειψε στη ζωή· ο δάσκαλος.
Ήταν η νεανική αλαζονεία· δεν χρειάζομαι κανέναν.
Ήταν ίσως και η προπαγάνδα των 80s· do it yourself.
Μία ακόμα γενιά χαμένη.
Οδηγίες χρήσης δίχως βαθιά γνώση.
Πασαλείμματα και μισές δουλειές.



















Και φτάνεις να λες: πού διάολο πήγαν τα χρόνια μου;
Πού πήγε εκείνο το κορίτσι, εκείνο το αγόρι,
που θα ‘πιανε τον κόσμο από τα κέρατα
και θα τον καβαλούσε;

-------------------------------------

Έπεσε κι ένα Aids στη σκηνή να μας γυρίσει στα παλιά μοτίβα.
Συν τα κλικάτα χρήμα, στυλ και ομορφιά πλαστή.
Και γίναμε συλλήβδην νευρωτικά στελέχη: επιχειρήσεων, οικογενειών...

-------------------------------------

Είδα ένα παιχνίδι στο Facebook: Sex and the City.
Ο ελληνικός τίτλος του θα μπορούσε να είναι
«Πώς να γίνετε πουτάνα».
Οι σημερινές πιτσιρίκες έχουν στόχο· να πάρουν τον εφοπλιστή,
και όλο του το επιτελείο.
Πού θα βρεθούν τόσοι εφοπλιστές εν μέσω οικονομικής ύφεσης;
Μεγάλη δυστυχία προβλέπω για τα επόμενα χρόνια…

-------------------------------------

Τελικώς… όλο προβλήματα…

-------------------------------------

Κι εγώ; Πότε θα επιτύχω επιτέλους το στόχο μου;
Ποιο στόχο;
Να βρω στόχο!


Σάββατο, Νοεμβρίου 07, 2009

Η φίλη μου...

...η Σοφία σκέφτηκε την καλύτερη κατάρα:

«Να μείνεις όπως είσαι!»


Πέμπτη, Νοεμβρίου 05, 2009

Οργή… προς τον άρρωστο

Όταν κάποιος αρρωσταίνει νιώθω τόσο τραγικά ανήμπορη,
που… με πιάνουν τα νεύρα μου.
Κινούμαι μηχανικά, κάνω ό,τι πρέπει να κάνω,
αλλά μέσα μου με κατακλύζει ο φόβος… κι ο θυμός.
Δεν το δείχνω, ή προσπαθώ να μην το δείχνω
-εκτός κι αν ο ίδιος είναι υπερβολικά αναίσθητος προς την κατάσταση της υγείας του,
πράγμα που με εκνευρίζει ακόμα περισσότερο.

Ξέρω, πως αυτό δεν είναι μόνο δικό μου:
πολλοί άνθρωποι αντιδρούν στο φόβο τους με θυμό.

Όταν είσαι εσύ το «θύμα» απορείς βέβαια.
Αναρωτιέσαι αν πρέπει να τιμωρηθείς που έκανες το σφάλμα να αρρωστήσεις.
Σε όλων το μάτι παίζει το ερώτημα «Τι έκανες και το προκάλεσες;»
Πράγμα που πιθανώς να ψιλοστέκει κιόλας,
όμως εκείνην την ώρα τέτοιες σκέψεις είναι αν μη τι άλλο άκαιρες.
Μην πω άκυρες, που λένε και τα πιτσιρίκια.

Ίσως κάπου τσαντιζόμαστε με τον άλλον επειδή απλά μας στεναχωρεί.
Απόλυτος εγωισμός δηλαδή:
«Μην με βάζεις σε μπελάδες κι αγωνία,
μην με απειλείς εντέλει με ενδεχόμενο κακό…
εμένα…»

Αποκορύφωμα «Αν μου πεθάνεις, θα σε σκοτώσω!!»

Οργή… οργή προς τον άρρωστο.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 02, 2009

Εν αντιδιαστολή

Ακούω ήδη τις διαμαρτυρίες του πλήθους σε μιαν επί της Ακροπόλεως ομιλία,
λίθινο σύμβολο της Σοφίας:
«Μόνον ο Έρως είναι Ζωή!
Ο Έρως που ενέχει τον Πόνο -σημάδι αδιάψευστο Ζωής!»


Μουρμούρες, γιουχαΐσματα…
Υγεία! Δημιουργία! Παραγωγικότης! Τέχνη! Ανέλιξις!

«Δίχως τούτο τα πάντα είναι γράμμα νεκρό.
Και το βασικό, το πρώτο, αμφίβολο.
Τα λουλούδια μαραίνονται δίχως φως, δίχως νερό…
Ο άνθρωπος μαραίνεται δίχως τον Έρωτα να τον κινεί.
Γιατί άλλη Δύναμη δεν υπάρχει:
αυτό επινόησε η Φύση να μας κρατά ζωντανούς.

Και όποιος τον αρνείται, αρνείται το θείο·
αρνείται τη Ζωή»

fuzzy

Τα παραμύθια είναι για όσους τα πιστεύουν.
Οι δικαιολογίες για όσους αρέσκονται σ’ αυτές.
Και η αλήθεια για όσους την αντέχουν.

Ένα fuzzy πιάτο είναι ό,τι πρέπει.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 29, 2009

Φάσμα


Περπάτησα σε μονοπάτια περίεργα… γκρεμώδη…
Πιθαμή προς πιθαμή… χρόνια…
Κι όμως το τοπίο μου φαίνεται τώρα πιο άγνωστο παρά ποτέ.
Είμαι παραισθησιακή; Αυτό αλλάζει;
Ή βλέπω μόνον σκιές κι αντικατοπτρισμούς;
Παράξενο να μην καταλαβαίνεις πού πατάς.
Ίσως να ήταν όνειρο…




(κρημνώδη => γκρεμώδη… Δεν είναι μια χαρά λέξη;)

Πέμπτη, Οκτωβρίου 22, 2009

Μαζί








Τα αγοράκια λένε στα κοριτσάκια ό,τι θέλουν ν’ ακούσουν.
Για να μπορέσουν να κάνουν ό,τι αυτά θέλουν.
Τα κοριτσάκια προκαλούν την τύχη τους.
Θέλουν ν’ ακούν γι’ αγάπες και λουλούδια.
Έτσι είναι από τη φύση τους.
Καλώς ή κακώς.
Και τ’ αγοράκια έτσι είναι απ’ τη φύση τους: ανταποκρίνονται.
Στα ψέματα…

Τα αγοράκια και τα κοριτσάκια παίζουν μαζί· άλλο παιχνίδι…


Τρίτη, Οκτωβρίου 20, 2009

Θυμάσαι εκείνο το ντοκυμαντέρ;
















Δεν μπορείς να εστιάσεις.
Έχεις το βλέμμα του πουλιού.
Εντοπίζεις τον κίνδυνο όπου κι αν αυτός ελλοχεύει.
Όμως δεν έχεις τη δυνατότητα να διακρίνεις το χρώμα.
Ο λόγος είναι απλός:
η εστίαση μπροστά απαιτεί την υποστήριξη της αγέλης, του σμήνους, του κοπαδιού.
Κι αυτό δεν το θες…
Γιατί τότε θα πρέπει να φροντίζεις κι εσύ τα νώτα των άλλων.
Και για σένα τα νώτα είναι μόνο χάζι.
Με το ένα μάτι κιόλας… Το έκκεντρο… Το μάτι του πουλιού.


(Σημ.: Τα πουλιά βλέπουν τα χρώματα, ακόμα και το υπεριώδες φάσμα.
Όμως τα θηλαστικά παλιά είχαν κι αυτά τα μάτια στις άκρες και τότε δεν διέκριναν ακόμα το χρώμα)


Θέμα Focus

Μια 20χρονη λέει: «Μα πόσο ηλίθιοι μπορεί να είναι;»
Μια 40χρονη λέει: «Μα πόσο ηλίθιες μπορεί να είμαστε;»

Παρασκευή, Οκτωβρίου 16, 2009

Κατάρα κι ευλογία μου








Θα κάνω κι αυτό κι εκείνο και το άλλο…
Όλα πάντα με την ίδια μάταιη σκέψη στο μυαλό.
Οι άνθρωποι επινοούν χιλιάδες λόγους καθημερινής ύπαρξης.
Εγώ μόνο έναν έχω καταφέρει να επινοήσω κι αυτός λειψός.
Δεν πειράζει, ας είναι…
Θα τον κρατήσω· έστω ως όνειρο.
Στο κάτω-κάτω η παγκόσμια ειρήνη
και η πείνα στην Αφρική δεν με κρατούν ξύπνια τις νύχτες.
Ούτε καν η δική μου πείνα: αντιπαρέρχομαι.
Αυτή όμως η μεγάλη, η άσβεστη δίψα μου… με κρατάει.
Και ξύπνια, και ζωντανή.


Τρίτη, Οκτωβρίου 13, 2009

Ερασιτέχνες φιλόσοφοι*

Τα παραμέρισε όλα για χάρη της αλήθειας.
Τα ακούσματα της πρώιμης εποχής είχανε πήξει πάνω του· κακάδια, δεύτερο δέρμα.
Μετά έπρεπε να είναι αυτός, καθ’ εαυτόν.
Σκέτος.
Καφές βαρύς κι ασήκωτος.

Τα πιτσουνάκια είναι μικρά.
Οι εραστές μεγάλοι.
Τιτάνες, σηκώνουνε γη κι ουρανό στους ώμους.

Εραστές· και φίλοι. Αυτές είναι οι λέξεις.
Θέλει αντοχή.


*κι ουχί ανθρωπιστές




Σάββατο, Οκτωβρίου 10, 2009

Κοινός τόπος

Τα περιττά εγκυμονούν το καινούριο. Γεμίζει ο εγκέφαλος πολύχρωμες ουσίες.
Μες στο φαιό… με νοιώθετε…
Τα λίγα -ωραία, να μένουν, να υπάρχουν- σε σπρώχνουν προς το τίποτα.
Όλο και πιο κάτω, όλο και πιο κάτω…
Εσωστρέφεια. Είναι βουβή εκκίνηση προς τα έξω, οκ.
Όμως… με dead line.
Τα πράγματα πρέπει να οριοθετούνται, έτσι δεν είναι;
Να παίρνουν μορφή στο μυαλό μας και να υλοποιούνται.
Ειδάλλως μένει κενός τόπος.
Μα τόσο κενός που βρωμάει θάνατο. Σαπίλα.

Όποιος αγνοεί τη μορφή, αγνοεί την ίδια την ύπαρξη.


Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 28, 2009

Μια αγαπούλα












Κρατώ το σχεδόν νεογέννητο γατάκι μου στην αγκαλιά και γράφω.
Μου βγάζουν τόση τρυφερότητα τα μικρά.
Αυτό είναι το προικιό τους από τη φύση:
να είναι γλυκούλικα, μιας κι ακόμα τόσο αδύναμα, για να μην τα πειράζουν.
Μπας και καταφέρουν μέσα σε όλες τις αντιξοότητες
να τη γλιτώσουν τουλάχιστον από τα υπόλοιπα ζωντανά.

(Μεγαλώνοντας χάνεις το ατού.
Το σωστό και το δίκαιο είναι να φαίνεται τι έχεις απογίνει μέσα απ’ τα χρόνια.
Οι άνθρωποι -γεννημένοι ψεύτες- βρήκαν τρόπο και γι’ αυτό.
Κι έτσι βλέπεις απέναντί σου μια Λολίτα
κι από μέσα κρύβεται το τέρας του Λοχ Νες με όλην την χιλιόχρονη εμπειρία του)

Το γατάκι μου με κοιτά στα μάτια. Είναι ανεξιχνίαστο το βλέμμα του.
Το μόνο που καταλαβαίνω είναι πως γουστάρει. Παρόλο που είναι ψιλοστριμωγμένο.
Αλλιώς θα προσπαθούσε να φύγει. Θα το άφηνα να φύγει…

Αυτό μονάχα πρέπει να μας κρατά μαζί -εμάς τα όντα: να γουστάρουμε.

Είναι και η αγάπη; Μα αυτό είναι αγάπη·
να γουστάρεις να κάθεσαι με τον άλλον, ακόμα κι αν δεν πολυβολεύεσαι.


Σάββατο, Σεπτεμβρίου 26, 2009

Στραβοξύπνημα

Τραυματίστηκα στον ύπνο μου.
Και μόλις ξύπνησα,
στραγγάλισα το παρελθόν μου.

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 25, 2009

Κάτι παίζεται μεταξύ μας

Οι θεοί είναι ανάμεσά μας.
Είναι οι αόρατες κλωστές που μας ενώνουν.

Σκέφτηκα τις προάλλες έναν αρχαίο φίλο και την επόμενη έγινε ξανά «φίλος» στο φέισμπουκ.
Πόσες φορές μου έχει συμβεί αυτό;
Ο ορθολογιστής υποστηρίζει με βδελυγμία,
πως το κακό των ανθρώπων είναι που ψάχνουν πάντα να βρουν κάτι πίσω από το συμπτωματικό.
Όχι, δεν πρόκειται περί τούτου…
αν θέλετε, πρόκειται περί προσωπικής στατιστικής ανάλυσης:
αποκλείεται τόσο μεγάλο δείγμα να είναι τυχαίο.

Οι άνθρωποι είναι συγκοινωνούντα δοχεία.
Ό,τι ξεχειλίζει από το έναν ρουφιέται από τον άλλον και τούμπαλιν.
Και η σκέψη μεταδίδεται με ταχύτητα μεγαλύτερη του φωτός.

Είμαστε δεμένοι, μωρά μου· έτσι δεν ονομάζει κάθε επίδοξος εραστής τον απέναντι,
να μη μπερδεύει και τα ονόματα;
Δεν ξέρω καν τα ονόματά σας, άνθρωποι της οικουμένης, αλλά ξέρω τούτο:
είμαστε δεμένοι.

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 22, 2009

Τυχερά παιχνίδια

Έπαιξα λίγο ένα παιχνίδι με ζάρια. Είναι βασικά παιχνίδι τύχης με κάποια ψήγματα «μεθόδου».
Κερδίζουν κάποιοι συνδυασμοί, ενώ κάποιοι άλλοι σου αφαιρούν και τα κερδισμένα, εάν συνεχίσεις να παίζεις τη γύρα.
Με το που έπαιξα, μάζεψα περισσότερους πόντους από ανθρώπους που παίζουν καιρό. Απόρησα.
«Η τύχη του πρωτάρη»
, σκέφτηκα. Συνέχισα να παίζω λίγο.
Και άρχισα να έχω το συναίσθημα πως το παιχνίδι με «τιμωρεί» για κάθε μου ρίσκο
και για κάθε εύνοια της τύχης στην προηγούμενη ζαριά.
Το συναίσθημα της ενδεχόμενης «τιμωρίας» με έκανε να παίζω πιο συμβατικά
με αποτέλεσμα να μη μπορώ να μαζέψω πια πολλούς πόντους.
Έτσι κατάλαβα, γιατί δεν τα πηγαίνουν τόσο καλά και οι άλλοι: φοβούνται.
Παίζουν συγκρατημένα, να μαζέψουν ό,τι μπορούν χωρίς να χάσουν πόντους λόγω ρίσκου.

Το παρανοϊκό μου μυαλό άρχισε να σκέπτεται θεωρίες συνωμοσίας:
είναι πράγματι «ό,τι κάτσει», όπως συμβαίνει στην πραγματικότητα -αν και υπάρχουν πολλές θεωρίες περί τυχαιότητας ή μη των πραγμάτων, αλλά δεν είναι της παρούσης-,
ή το πρόγραμμα του παιχνιδιού ενέχει την έννοια της «τιμωρίας»;
Γιατί αν είναι φτιαγμένο κατ’ αυτόν τον τρόπο, εκτός του γεγονότος πως δεν πρόκειται για ζάρια -ήτοι καθαρή τύχη-, θα μπορούσε να αποτελεί και μία πολύ ύπουλη προσπάθεια πλύσης εγκεφάλου:
«Μην ριψοκινδυνεύεις. Αρκέσου στα λίγα. Κάτσε στ’ αυγά σου. Παίζε αλλά χωρίς μεγάλες προσδοκίες.
Αν προκαλέσεις την τύχη σου, ο θεός του παιχνιδιού θα σε τιμωρήσει παίρνοντάς σου πίσω κι αυτά που είχες»
.


(Δεν είναι πως τα πιστεύω όλα αυτά, είναι που κάθε παιχνίδι είναι για μένα μια μεταφορά.
Κι αυτός είναι ο κύριος λόγος που μου αρέσει να παίζω.
Κάποτε είχα ονειρευτεί και το ύστατο παιχνίδι -την απόλυτη μεταφορά της ύπαρξης, της ζωής και του θανάτου-, όμως δυστυχώς… το ξέχασα σαν άνοιξα τα μάτια.
Είχε απομείνει μονάχα η αίσθηση της αποκάλυψης.
Πράγμα που μου είχε συμβεί άλλη μια φορά μες στην ομίχλη της Σαντορίνης και όντας όχι ακριβώς νηφάλια.
Πάλι το είχα ξεχάσει τότε. Πού θα μου πάει όμως;
Παίξε-παίξε, ονειρέψου-ονειρέψου, χάσου στο χάσιμο, ίσως κάποτε βρεθώ στην αλήθεια.)

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 19, 2009

Ένας χαρακτήρας

Γύρισε σε ένα άδειο σπίτι και έβαλε να πιει ένα ουίσκι με πάγο. Ένοιωθε μόνος.
Σχεδόν εγκαταλελειμμένος.
Δεν τον είχε αφήσει κανείς, όχι…
Μάλλον το αντίθετο συνέβαινε: εκείνος άφηνε έναν-έναν τους ανθρώπους πίσω του.
Αυτό όμως δεν μείωνε τη μοναξιά που ένοιωθε.
Αναρωτήθηκε πώς διάολο είχε αποκτήσει αυτήν την τάση να απομονώνεται…
δεν ήταν έτσι από τη φύση του.
Κάθε άλλο… μικρός ήταν ο αρχηγός κάθε παρέας
και ο ίδιος μάλιστα επιζητούσε να είναι το επίκεντρο της προσοχής.

Έξυσε αφηρημένος το φρύδι του και σκέφτηκε πως οι τρίχες μεγάλωναν μέρα με τη μέρα
και πως στο τέλος θα έμοιαζε σε όλους εκείνους τους γέρους πολιτικούς με τα τεράστια φρύδια.
Ναι, έκανε πολλές σκέψεις ταυτοχρόνως…
ακόμα και όταν θα περίμενε κανείς να βουλιάζει στην απελπισία ενός θανάτου
ή να πανηγυρίζει τη μαγική στιγμή που πήραμε το Euro
-η εν πάση περιπτώσει κάποια «ευτυχισμένη» προσωπική του στιγμή-
εκείνος συνέχιζε πάντα να πολιορκείται από 1000 παράλληλες σκέψεις.
Γιατί οι ναυαγοί δεν κόβουν το πόδι τους να το φάνε;
Πότε θα σταματήσει ο Έλληνας να είναι Ελληνάρας;
Και διάφορα τέτοια σε συνδυασμό πάντα με λόγια
που άκουσε, που του είπαν, που νόμιζε πως ήθελαν να του πουν…

Πάντα κάτι νόμιζε.
Πάντα έψαχνε να βρει τι κρύβεται πίσω από τις λέξεις, τις κινήσεις, τις πράξεις…
Ναι… υπέφερε από μία παθολογική έλλειψη πίστης στο ανθρώπινο γένος και σε κάθε εκπρόσωπό του μεμονωμένα.
Ήθελε να πιστεύει· ευχόταν να μπορούσε να πιστεύει.
Κι αν όχι στον άνθρωπο, τουλάχιστον στο θεό ή στην επιστήμη ή στην αστρολογία ή…
Τίποτα ποτέ δε μπόρεσε να τον πείσει.

Τους ανθρώπους δεν τους θεωρούσε ακριβώς ψεύτες.
Ανίκανους να συνειδητοποιήσουν ακόμα κι οι ίδιοι τι έχουν στο μυαλό τους, τους θεωρούσε,
και κατά συνέπεια γιατί πράττουν ό,τι πράττουν και πάει λέγοντας.
Μπορεί κανείς να εμπιστευθεί τον κουζουλό του χωριού; Δε μπορεί…
Να του κρατήσει κακία μπορεί; Ούτε αυτό το μπορεί… Δεν φέρει ευθύνη.
Κάπως έτσι έβλεπε τους ανθρώπους: δεν τους πίστευε, μα ούτε τους μισούσε.
Μπορεί και να τους αγαπούσε… με τον δικό του περίεργο, απόμακρο τρόπο.

Πάντως βαριόταν κιόλας όσο περνούσαν τα χρόνια…
με 5 ερωτήσεις ήξερε πάνω-κάτω τι θα του πει ο άλλος για τις επόμενες 5 ώρες.
Όχι επακριβώς, αλλά το ρεζουμέ· το νόημα των όσων θα προσπαθούσε -με μανία συνήθως- να του μεταδώσει.

«Συζήτηση ονομάζουν οι άνθρωποι την προσπάθεια να πείσουν ο ένας τον άλλον
για οτιδήποτε τους έχει καρφωθεί τη συγκεκριμένη στιγμή στο μυαλό…»


Του άρεσε να φτιάχνει θεωρίες.
Ήθελε να συμπτύξει όλες του τις σκέψεις σε ένα φύλλο χαρτιού αν γινόταν κι αυτή θα ήταν η παρακαταθήκη του.
Ήξερε βέβαια πως μόνον εκείνος θα μπορούσε να τις καταλάβει
και έτσι καμιά φορά έγραφε κανονικά κείμενα και τα δημοσίευε σε ένα μπλογκ που είχε φτιάξει.
Όχι ότι τον ενδιέφερε πραγματικά να τα διαβάσει κανείς,
ήταν απλώς για να κάνει κι αυτός κάτι… να συμμετέχει στον κόσμο κατά έναν τρόπο.

«Ας πάω λοιπόν να δω τι κάνει ο κόσμος σήμερα…»

Κοίταξε στραβά το ποτήρι με το ουίσκι που κρατούσε στο χέρι του,
ήπιε την τελευταία γουλιά και σηκώθηκε να πάει να βάλει άλλο ένα και να κάτσει στο PC του.
Ένοιωθε μοναξιά, ναι.
Αλλά ήξερε βαθιά μέσα του πως κι αυτός ένας άνθρωπος ήταν… ίδιος με τους ανθρώπους.
Και πως αν ήταν μόνος, ήταν γιατί κι οι άλλοι στραβά τον κοιτούσαν.
Όπως ακριβώς τους κοιτούσε ο ίδιος.
Όπως ακριβώς κοιτούσε και το ποτήρι του, το μοναδικό που του κράταγε πια συντροφιά…


Τρίτη, Σεπτεμβρίου 15, 2009

Μαλακία στο πάτερο

Τα καλύτερά μας χρόνια τα αναλώνουμε να γίνουμε ό,τι δεν είμαστε.
Μετά ψαχνόμαστε απελπισμένα να βρούμε τι είμαστε.
Στο τέλος αναπολούμε με πίκρα τι ήμασταν.
Κι ας μην ήμασταν ποτέ…

Όπως τα λες, Δαίμων

Και για όποιον δεν πάτησε τον τίτλο...

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 11, 2009

Σαντορίνη (σημειώσεις)



Σαντορίνη
μου λέγανε πως δεν θα ξεκολλούσα… ξεκόλλησα… απ’ όλα ξεκολλάω
ο Σούλης… θεϊκή μορφή, Βούδας, μουσάτος
ο Δημήτρης… εκείνη στα 18 κι αυτός 45
ο Γιάννης με τα υπέροχα μπλε μάτια... ουρές έκαναν οι γκόμενες να τον φωτογραφίσουν
Καζαμπλάνκας… η μεγάλη μου αγάπη… πέθανε
Φιλίππου… με τη μαγική ατάκα «Δεν είμαι ο σκουπιδοτενεκές σου»
η Φανή… με τ' ακροβατικά και τις νεκρές επενδύσεις σε άντρες κι ιππικούς ομίλους
Δημήτρης… λευχαιμία
Ομελέτες και γερμανικά ψωμάκια
η κακομοίρα που προσπαθούσε να πνιγεί στην στέρνα
ο ξενοδόχος που γάμαγε παιδιά κι εγγόνια
μαύρες παραλίες και κρέπες με μαύρο
Jazz… πρωτίστως Jazz
σπίτια χωμένα στην καλντέρα
Υπόγεια, μαγικά υπόγεια…
ο βράχος-μαστούρα
και franco’s… bolshoi οι γλάροι
ευτυχισμένη νιότη

Κάποτε θα το αναπτύξω…


Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 02, 2009

Μόνη

Ήταν κάποτε ένα κορίτσι που τραύλιζε· όμως μπορούσε και προσποιούνταν!
Μπορούσε αν ήθελε να κοροϊδέψει τους πάντες ότι δεν έχει κανένα πρόβλημα.
Μπορούσε να μιμείται την φυσιολογική ροή της γλώσσας,
όπως άλλοι μιμούνται τις γάτες ή τα πουλιά.
Θα μου πείτε:
«Τι είδους τραυλή ήταν αυτή, αφού είχε τη δυνατότητα να μιλάει κανονικά;»
Δεν την είχε. Είπαμε: απλώς την μιμούνταν. Μέσα της σκεπτόταν τραυλίζοντας.
Όλα έβαιναν σχεδόν καλά,
εφόσον μπορούσε με τόση άνεση να κρύβει την εσωτερική της δυσλειτουργία,
ώσπου κάποτε βαρέθηκε να υποκρίνεται κι άρχισε να εξομολογείται το πρόβλημά της.
Φυσικά δεν το είπε στο αφεντικό της -πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να απολυθείς για κάτι τέτοια.
Ούτε βγήκε να το ανακοινώσει στις εφημερίδες.
Το εκμυστηρεύθηκε σε κάποιους ανθρώπους που θεωρούσε κοντινούς της
και που πίστευε πως θα την καταλάβαιναν και θα της συμπαραστέκονταν.
Πράγματι, όλοι την άκουσαν με συμπάθεια και υποσχέθηκαν να τη βοηθήσουν.
Να τη διδάξουν αυτό που σ’ εκείνους είχε χαριστεί από τη φύση
και το έκαναν με τη μεγαλύτερη ευκολία του κόσμου.
Εκείνη αναθάρρησε.
«Επιτέλους θα μπορέσω να απαλλαχθώ από αυτή μου την ενοχλητική διαφορετικότητα»,
σκέφτηκε και βάλθηκε να κάνει ό,τι της έλεγαν.
Ο κάθε ένας πίστευε πως ήταν ο ιδανικός δάσκαλος
και πως εκείνος ήταν που θα κατάφερνε να βοηθήσει το κορίτσι να ξεπεράσει το πρόβλημά του.
Καθώς όμως οι μέρες περνούσαν και οι προσπάθειες κανενός δεν έδειχναν να φέρνουν κάποιο αποτέλεσμα,
όλοι σιγά-σιγά άρχισαν να εγκαταλείπουν,
ώσπου στο τέλος απλώς της επιδείκνυαν κουρασμένοι τη δική τους «φυσιολογικότητα».
Θα έλεγε κανείς, πως είχαν τη διάθεση να την τιμωρήσουν για το ανεπίδεκτον της μαθήσεώς της.
Άρχισαν μάλιστα να τη βλέπουν με διαφορετικό μάτι:
άρχισαν να τη θεωρούν ανάπηρη και να την αποφεύγουν,
όπως συνήθως κάνουν οι άνθρωποι με κάθε τι αλλιώτικο από τους ίδιους,
τα πρότυπα και οτιδήποτε θεωρείται αυτονόητο και φυσιολογικό.
Το κορίτσι -ίσως για πρώτη φορά στη ζωή της- μετάνιωσε για αυτήν της τη διάθεση ειλικρινείας.
Εξάλλου, της ήταν τόσο εύκολο να ξεγελάει τον κόσμο.
Δεν είναι δα και τόσο δύσκολο να αρθρώνεις σωστά· τα δόντια της τα είχε, τα σαγόνια της, τη γλώσσα της…
Μέσα της ήταν το εμπόδιο.
Και όπως όλα τα εμπόδια δεν μπορεί να σε βοηθήσει κανείς να τα ξεπεράσεις.
Το πιο πιθανό είναι να σου βάλουν και τρικλοποδιές για ανεξήγητους ακόμα και στους ίδιους λόγους.
Έτσι λοιπόν, είπε το κορίτσι τραυλίζοντας μέσα του:
«Θα-θα-θα το-το-το κα-κα-άνω μο-μο-μόνη μου. Δεν έχω κανέναν ανάγκη!»
Αυτό το «Δεν έχω κανέναν ανάγκη» το σκέφτηκε φαρσί...

Κι έγραφε κάποτε η Μαρία*...

Εσύ επιθυμείς
και επιθυμείς ένα πρόσωπο που επιθυμεί
και επιθυμεί ένα πρόσωπο που επιθυμεί
και επιθυμεί ένα πρόσωπο...
Και το αέναο ροζάριo της επιθυμίας συνεχίζεται,
από πρόσωπο σε πρόσωπο,
για να χαθεί στο άγνωστο.
Όλοι εκλιπαρούμε προς την ίδια κατεύθυνση,
το ίδιο σημείο του ορίζοντα.
Εκείνο της προσευχής.
Αλλά δεν προσευχόμαστε ο ένας στον άλλον.
Δεν κοιτάμε με φλόγα στα μάτια, ό ένας τον άλλον.

Η φλόγα στα μάτια μας καίει το πίσω μέρος ενός λατρεμένου κεφαλιού.


*Μαρία

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 01, 2009

Γιατί έτσι.



Πάει στα μαγαζιά και κάνει «ζημιές», που λέγαν οι μάγκες οι παλιοί.
Τα σπάει και πληρώνει.
Χορεύει ζεϊμπέκικο -χορό πολεμικό και αντρικό-
πάνω σε άδεια πίστα και ποιος κοιτάει δεν ξέρει,
έτσι κι αλλιώς αδιαφορεί,
είναι σαφώς στον κόσμο του,
κύκλωμα κλειστό στα ψέματα της οικουμένης,
κι ούτε τα βήματα μετράει, όπου τον πάει ο ρυθμός
και η στιγμή.
Μόνον στιγμές θυμάται.
Και μερικές καλές ατάκες.
Όλα τα υπόλοιπα καταχωρούνται στα αζήτητα
κι όποιες πληγές ανοίγουν ξεχνιούνται για πάντα ανοιχτές.
Ο εμβολιασμός, τα γιατροσόφια δεν φτιάχτηκαν γι’ αυτόν…
Θα φύγει μόνος, ξεσκισμένος και βουβός.
Γιατί έτσι είναι κι έτσι γουστάρει.
Ας είναι όλοι οι άλλοι οι σωστοί
-κι οι καθώς πρέπει.


Καλό μας μήνα...



Παρασκευή, Αυγούστου 28, 2009

Just... so...

Στήνουν αυτί τα ξωτικά να ακούσουνε φωνή ανθρώπου.
Τα μαντάτα φθάσανε στο δάσος από πολύ παλιά,
όταν τ’ αθάνατα ήταν ακόμα μικρά και τους λέγανε ιστορίες οι θεοί,
να κοιμηθούν τα βράδια.
Δεν ξέρανε ακόμα ούτε τι λογής ανία τα περιμένει μέσα στο ατέρμονο βρίσκεσθαι.
Υπάρχειν, ούτως ειπείν.
Μερικά είπαν να κόψουν τα μυτερά αυτιά τους, να πάψουν να ακούνε, να μαθαίνουν,
να σχηματίζουν βεβαιότητες μέσα στο επίσης μυτερό κεφάλι τους…
Τα υπόλοιπα, εκεί: ψάχνουν ν’ ακούσουν άνθρωπο.

Ό,τι -λέει- έχει κάποτε ειπωθεί, ό,τι έχει πάρει μορφή μέσα στη φαντασία,
δε μπορεί παρά να υπάρχει.
Άλλη μια τραγικά αβέβαιη βεβαιότης…

Ένα αθάνατο είχε λέει μάλιστα κάποτε δει έναν χοντρό άνθρωπο
να κάθεται οκλαδόν και να γελάει.
Σωστό… ένας θνητός δεν έχει να κάνει τίποτα καλύτερο από το να γελάει.
Μόνον αυτό του χάρισαν οι θεοί, όταν τον φτιάξανε· για να γελάνε οι ίδιοι...
Έτρωγε φαγητά πλούσια και λιπαρά και έπινε κρασί και άκουγε χωρίς ν’ ακούει
-τα είχε ακούσει όλα, τα ήξερε όλα κι όλα τα είχε δεχθεί-
και γέλαγε…

«Έζησα πολύ», συνήθιζε να λέει «και τα περισσότερα μου χρόνια πειθαρχημένα.
Το μονοπάτι για να φτάσω στο τώρα ήταν γεμάτο δάκρια και πόνο.
Όλη μου η γνώση –η τόσο δύσκολα κατακτημένη- έπεσε μιαν αυγή από πάνω μου
σαν παλιό πουκάμισο φιδιού κι έγινε ένα με το χώμα.
Αποκοιμήθηκα και ξύπνησα άδειος σα νεογέννητο,
με μνήμες αδρές κι αδιάφορες,
μα στο στόμα μου είχε φυτρώσει το χαμόγελο.
Δεν είχα παρά να κάνω -εσκεμμένα πια- μία γκριμάτσα παραπάνω.
Κι έγινε γέλιο.
Κάποτε θα πέσω ολόκληρος σαν πουκάμισο φιδιού στο χώμα.
Τι θα φυτρώσει άραγε τότε;»

Αυτά τους λέγανε στα ξωτικά για bed time story
και από τότε τα έχει φάει κι αυτά η περιέργεια…
τι να φυτρώνει άραγε;

Δευτέρα, Αυγούστου 24, 2009

Με σκέφτεσαι τώρα;





















Μαζεμένοι κάτω από ένα λευκό ξύλινο υπόστεγο για να προφυλαχθούν από τη θερινή καταιγίδα
-δοκάρια ποτισμένα αποικιοκρατική ανία-,
σκοτώνουν την ώρα τους με ένα διασκεδαστικό, ηλίθιο χαρτοπαίγνιο.
Ο ηττημένος φορά πλαστική σακούλα στο κεφάλι, ο νικητής χακί καπέλο τύπου “Fidel Castro”
(πάντα στη ζωή υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, θλιβερό είναι να μπαίνεις στη γωνία).
Μπύρες, βότκα, άπειρα τσιγάρα, θυμικό κυκλικό σαν την παλιά ροτόντα που φιλοξενεί το παιχνίδι τους.
Διακοπή ρεύματος.

«Vacations misérables…», λέει η μια φίλη σκύβοντας συνωμοτικά προς την άλλη.
Τα χείλη τους σχεδόν αγγίζονται.

Η τρίτη της παρέας τραβάει μανιασμένα τα φις από τις πρίζες,
πασχίζοντας να ανακαλύψει την αιτία του βραχυκυκλώματος.
Ο καταθλιπτικός σύζυγός της -κούκλα διαμελισμένη από μικρό σαδιστή-
κατεβαίνει οικειοθελώς στο κελάρι.
Κάποιος τον συνοδεύει. Ποιος έχει εμπιστοσύνη σε μια κούκλα;
Ο Γ παραμένει αδιάφορος για το τι συμβαίνει γύρω του…
Δεν ακούει εξάλλου καλά: καλοκαιρινή ωτίτις.
Οι φίλες ξεκαρδίζονται στα γέλια σαν σκανδαλιάρες μαθήτριες.

«Θέλω να σε γαμήσω, μωρό μου»
, ψιθυρίζει κάποιος μέσα στο υγρό σκοτάδι…

Και τότε έρχεται το ρεύμα. Ως δια μαγείας. Σαν το τσεκούρι στο δάσος.
Το παιχνίδι ξαναρχίζει.
6 άνθρωποι, 3 ζευγάρια σε σειρά τυχαία… ζάρια πεταμένα από χέρι τζογαδόρου.

«Βαρέθηκα να τον βλέπω συνέχεια να χάνει. Σε μερικά χρόνια θα τον εγκαταλείψω»
«Θα με σκέφτεται τώρα;»
«Πρέπει αύριο να πάρω τηλέφωνο στην εταιρία»
«Γαμώ την καντεμιά μου… δεν μπορώ και να πιω με την κωλοαντιβίωση…»
«Θα με σκέφτεται τώρα;»
«Νυστάζω…»

Το φως της ημέρας πλησιάζει, απειλητικό όπως πάντα.
Οι κατά φαντασίαν βρικόλακες εξαφανίζονται έντρομοι πίσω από τις πόρτες των δωματίων τους.
Μα δυο ερωτευμένες με τον έρωτα ψυχές σμίγουν, όσο ακόμα είναι σκοτάδι:
«Θα με σκέφτεται τώρα;»


Το ποστ έγραψαν από κοινού η synas και η 3partiesaday.


Σάββατο, Αυγούστου 01, 2009

Σάββατο, Αύγουστος 01, 2009


















42 χρόνια ζωής κοινής με τον εαυτό της παρασυρόταν ακόμα από τα τερτίπια του
και χαμογέλαγε μονάχη σα χαζή στα ερωτικά καλέσματα της φύσης του.
Δεν ήθελε να του χαλά χατήρι, μα σα νά ‘ταν θέλημα κάποιου είρωνα θεού,
του το χάλαγε πάντα.
Τον ήξερε τόσον καιρό, κι όμως η σχέση τους κράταγε ακόμα το μυστήριο της αρχής.
Άγνωστος ακόμα κατ’ ουσίαν κι ας γνώριζε τα χαϊρια του και τις αδυναμίες.
Παρέμενε απρόβλεπτος.
Ήταν ένας αρσενικός, πώς να ταιριάξουν απόλυτα τα χνώτα τους;
Καμιά φορά την ξύπναγε τις νύχτες
και την τραβολογούσε σε φαντασιώσεις ισχυρής εμβέλειας και μεγάλου βεληνεκούς.
Τι ανικανοποίητος άνθρωπος, τι βιτσιόζος, τι ανελέητος στο κυνήγι της πρόσκαιρης χαράς.
Αυτή πάλι μαζεμένη, ντροπαλή, ονειροπόλα,
έμενε να τον κοιτάζει πάντα με τα μάτια ενός μικρού παιδιού.
Τον ξενέρωνε μέχρι σημείου να ροχαλίζει κι αυτός δίπλα της για χρόνια,
γνωρίζοντας πως κάθε του θέλω θα σπάσει πάνω στο φράγμα της θηλυκής της φύσης.

«Λες και οι γυναίκες δεν έχουν επιθυμίες», της πέταγε χαιρέκακα στα μούτρα.

«Αχ, έχουν, μωρό μου», του αντιγύριζε εκείνη θλιμμένη που δεν ήταν σε θέση να τον ακολουθεί.
«Μα οι επιθυμίες τους θέλουν πολύ χώρο για να ξεδιπλωθούν,
είναι αυτή η αναμονή που όσο κι αν την αρνούνται, την έχουν και ανάγκη...
θέλουν τη φωλιά, το γνωστό, το οικείο.
Δίνονται μοναχά στο ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ».

«Δικός σου είμαι, μάτια μου», έγνεφε με λαχτάρα στα υγρά της μάτια, δυο θάλασσες απέραντης μελαγχολίας.

«Δεν είσαι... είσαι διάχυτος, είσαι δικός του κόσμου όλου. Και μες στα όλα και εγώ.
Δεν μου φτάνει αυτό, ποτέ δεν θα μου φτάσει».

«Δεν θα με φυλακίσεις», θύμωνε αυτός.
«Είμαι μαζί σου, το μυαλό μου όμως και κυρίως η καύλα μου μπορούν να αγγίζουν τη ζωή ολόκληρη, ναι.
Θέλω να ζω δίχως τα όρια των φόβων και των ενοχών σου».

«Κι εγώ συνομιλώ με το σύμπαν· καβαλάω τις νύχτες τη σελήνη
και πετώ πάνω από τα πρόσκαιρα της ΖΩΗΣ, που τόσο περί πολλού έχεις.
Είμαι πέρα απ’ αυτή και πέρα από σένα, αν θες να τ’ ακούσεις, μάγκα του γλυκού νερού».

Τότε αυτός γινόταν θηρίο και την περιέλουζε με χίλια δυο επίθετα,
από ‘κείνα που σε κάνουν έξαλλο κι ας ξέρεις πως κάπως έτσι έχουν τα πράγματα.

«Δεν θα τα βρούμε ποτέ», μουρμούραγε εκείνη κι έπιανε να λιμάρει τα νύχια της με μανία.

«Κάντα όσο πιο αιχμηρά μπορείς!», της φώναζε κλείνοντας την πόρτα πίσω του.
«Όταν γυρίσω, να μου τα μπήξεις με όλη σου τη λύσσα...
γιατί, σου το υπόσχομαι, θα έχεις έναν λόγο παραπάνω απ’ ό,τι τώρα».


Σάββατο, Ιουλίου 25, 2009

Πριν κανά-δυο μήνες...

Στα σκοτεινά σοκάκια γύρω από την τεράστια, κυκλική πλατεία,
που γίνονται τα ντήλια ανάμεσα στους μετανάστες κάθε φυλής,
στέκονταν μονάχα κάτι αποκαμωμένες πουτάνες,
πρεζόνια που ξερνούσαν ακουμπισμένα στους ξεφτισμένους τοίχους
και γέροι ξεχασμένοι κι από την ίδια τη ζωή.
Είχα χαθεί.
Έπρεπε να κάνω ολόκληρο το γύρο, να φτάσω πάλι στον σταθμό,
που είχε καταλάβει η Ινδική Μαφία.
Μα δε μπορεί να κάνει κάτι η κυβέρνηση γι’ αυτό; αναρωτήθηκα…
Κατέβηκα σκάλες πολλές, ατελείωτες, μέσα από ορόφους σκονισμένους,
σαν εγκαταλελειμμένες βιοτεχνίες του παλιού καιρού, κουρεία και ραφεία,
και σαν έφτασα πια επιτέλους κάτω, μπρος από την κλειδωμένη έξοδο
αντίκρισα μία κοπέλα -σαν ξένη νά 'μοιαζε κι αυτή.
Απελπισμένη και γεμάτη αίματα παραμόνευε μ’ ένα όπλο στο χέρι
να πάρει εκδίκηση απ' όποιον θα άνοιγε από στιγμή σε στιγμή εκείνη την πόρτα,
που σ’ έβγαζε ξανά στον δρόμο…
Μια φίλη της κρυβόταν στο σκοτάδι πίσω της, backup και συμπαράσταση.
Προσπάθησα με τα λόγια να την ηρεμήσω και κλαίγοντας μου έδωσε το όπλο,
όταν μία γυναίκα με σκληρά χαρακτηριστικά ξεκλείδωσε
και μπήκε λίγο από το φως του ηλίου στο σκοτεινό δωμάτιο.
Ολοφάνερα γνωρίζοντας εκ των προτέρων τις προθέσεις της δύστυχης κοπέλας,
έβγαλε με μιας από την τσέπη της ένα πιστόλι και τη σκότωσε ανενδοίαστα,
κι αυτή και τη φίλη της.
Όσο για μένα, απέμεινα να κοιτάζω τη σκηνή
κρυμμένη πίσω από κάτι σαν οδόφραγμα της γαλλικής επανάστασης,
σημαδεύοντας την άγνωστη γυναίκα με το όπλο
στο ανίκανο -ή μήπως όχι;- να πυροβολήσει χέρι μου.

Μετά… ξύπνησα.

Δυο ταινίες



Τα βάσανα είναι κομμένα στη μέση. Και οι χαρές αμφί.
Κάθε εαυτός από τη φύση του bi- και πολυγαμικός,
θέσει ό,τι του καταγράψανε τα πάγκοινα δαιμόνια της όποιας εποχής
και οι φαιοί χρωματισμοί της εμπειρίας.
Στόχος; Το total recall της φύσης μας.

Καθαρές πετσέτες που μας πετάξαν στ’ άπλυτα…
Δεν έχουν νιότη και γήρας οι ψυχές, αγάπη μου.
Μονάχα turning point. Επαναπροσδιορισμός.
Ξέβγαλμα απ’ όσα ερήμην μας τσιμπήσαμε μες στο καλάθι των απλύτων.
Και ό,τι μείνει… χαλάλι και καμάρι μας…
Είναι δικό μας.


Πέμπτη, Ιουλίου 16, 2009

Μια ολοκληρωμένη τραγωδία

Είναι η ζωή
Χρόνος
Αφορμή, αιτία και σκοπός
Τύχη, θεοί και δαίμονες…
-μοίρα;
Κι ο Άνθρωπος
ζώον ποιητικόν
Ήθος, όψη, διάνοια
Μίμηση
Περιπέτεια
Παράσταση, υποκρισία, μύθος
Λυρισμός
Κι αφήγηση...
Ποιοτική μεταβολή,
εξαγνισμός, κάθαρση, λύτρωση·
λύση...
Μια ολοκληρωμένη τραγωδία· κάθε ανθρώπου η ωδή.

Κυριακή, Ιουλίου 12, 2009

Υγρά κόκκινα χείλη

Η ζωή είναι όμορφη.
Μια σκέτη καύλα·
σ’ αγγίζει και σε στέλνει πάντα αδιάβαστο.

Κάτι αεράκια που σε χαϊδεύουν,
κάτι αστεράκια που πέφτουν,
κάτι μυρμηγκάκια που περπατάνε αμέριμνα πάνω σου…
έχοντας χάσει ίσως το δρόμο τους
ή γιατί νομίζουν πως είσαι βουνό, βοσκοτόπι, χαράδρα, λίμνη,
άβυσσος…

Πάρε με, ζωή.
Κι άσε με να τελειώσω μ’ εκείνο το περίεργο, τ’ απόμακρο,
το στραμμένο προς τα έξω και ταυτοχρόνως προς τα μέσα
χαμόγελο στα χείλη·
στα υγρά κόκκινα χείλη…

Τρίτη, Ιουλίου 07, 2009

Μαγεία


Τα σώματα αρνήθηκαν να επιβεβαιώσουν αυτό που διαχεόταν στην ατμόσφαιρα.
Η μαγεία είναι φαντασιακή.
Οι μάγοι παλιά σε υποβάλανε.
Ίσως πάλι και να βιάζανε με κάποια ιδιαίτερη δύναμη τη μήτρα των πιθανοτήτων.
Αλλά αυτό είναι σπάνιο.
Τα πράγματα είναι εκεί και περιμένουν να τα δεις.
Μόνον αν καταφέρεις να τα δεις, αρχίζουν να υπάρχουν.
Μόνον αν καταφέρεις να τα δεις, αρχίζουν και να πεθαίνουν.
Τα πράγματα είναι σκιές.
Η φαντασία κι οι αισθήσεις μας τους δίνουν σχήμα, χρώμα, μορφή.
Δες με! Δες με!
Όλα γύρω μας παρακαλάνε να αποκαλυφθούν…

Πέμπτη, Ιουλίου 02, 2009

Είναι η μοίρα...


Αν την αυγή ξεμείνεις μόνος,
προσκυνητής νομάς
κάποιας Συνάντησης Μεγάλης
που χάθηκε στη νύχτα
Αν όσα έζησες
γίνουνε παρελθόν, ανάμνηση
Αν όσα έμαθες μοιάζουνε πια
ανούσια, ξεπερασμένα
και οι βουνοκορφές μπροστά αδιάφορες
Αν όσα ένοιωσες
γίνουν μαχαίρι
που το κατάπιες σαν φακίρης
την ώρα που έπεσε η σιωπή
Αν η καρδιά σου
σκίστηκε, άνοιξε,
χύθηκε κάπου στο δρόμο
και μόνο τα πόδια σού απομείνανε
να περπατάν ερήμην
Αν όλα νοιώθεις πως τελειώσανε
και όλα υστερούνε
Στάσου και συλλογίσου μια στιγμή,
ποιος θά ‘σουνα
δίχως Αυτά.

Αν έχει κάτι σημασία…

Τρίτη, Ιουνίου 30, 2009

Θέλω...


Νοστάλγησα αχνάρια ζωντανού
στο πέλος του χαλιού μου.

το υγρό, ζεστό μουσούδι
που όλο λαχτάρα σε μυρίζει,
σου τρίβεται,
σε γλείφει.

τα παιχνίδια...

και την όρθια ουρά
που αδυνατεί να κρύψει τη χαρά της
σαν σ’ αντικρίζει.

Δευτέρα, Ιουνίου 29, 2009

Μια απλή συναλλαγή




Το μουνί σέρνει καράβι
μέχρι το επόμενο λιμάνι.

(Το μόνο θέμα, πόσα θα πάρει)

Πέμπτη, Ιουνίου 18, 2009

Κάτι άλλοι φίλοι...

Είχα μια φίλη που ήταν χρόνια με ένα φίλο…
Στην ουσία ήταν μαζί από έφηβοι…
Αυτή πηδιόταν δεξιά-αριστερά.
Τον αγαπούσε τον δικό της, αλλά προφανώς ήθελε κι άλλα.
Ενίοτε ερωτευόταν τους ερωτικούς της συντρόφους και δη παράφορα.
Δεν έφυγε ποτέ από τη σχέση της.
Δεν είμαι σίγουρη αν της πέρασε καν ποτέ από το μυαλό.

Εκείνος πάλι, δεν ξέραμε
-προσωπικώς φανταζόμουν ότι θα ‘ριχνε κι αυτός κανέναν.
Έτσι κι αλλιώς κανα-δυο φορές είχαν περιστασιακά χωρίσει,
οπότε ο καθένας έκανε επίσημα ό,τι γούσταρε σ’ αυτά τα διαστήματα.

Όλα όμως έβαιναν σχετικά καλώς για πάρα πολλά χρόνια.

Κάποια στιγμή πέθανε η μητέρα του φίλου μου,
η οποία έπασχε πάρα πολύ καιρό από την επάρατο νόσο
και τότε εκείνος ξαφνικά παθιάστηκε με κάποια και χώρισε.
«Έχει τον ωραιότερο κώλο που έχω ποτέ γαμήσει».
Δεν έμεινε με το «πάθος» παρά μόνον για μερικούς μήνες.
Ξενέρωσε.

Πολύ σύντομα όμως ερωτεύθηκε μια άλλη γυναίκα,
την οποία παντρεύτηκε και έκανε μαζί της παιδιά.
Τώρα δεν ξέρω σε τι ακριβώς ψυχολογική κατάσταση βρίσκεται,
αλλά οι κοινοί φίλοι και γνωστοί τον περιγράφουν ως «κολλημένο οικογενειάρχη»,
που βαριέται να βγει με άλλους ακόμα και για έναν καφέ.

Η παλιά του σχέση
-η οποία ενδιαμέσως είχε επισημοποιηθεί και ακυρωθεί "πολιτικά"-
επέμεινε για καιρό.
Είχαν μείνει φίλοι και πότε-πότε το κάνανε κιόλας,
μέχρι που βρήκε τη νέα του γυναίκα.
Τότε αυτή έγινε έξω φρενών και έπαψε να του μιλάει παντελώς.
Δεν την είχε πειράξει τόσο τραγικά ο χωρισμός τους,
ούτε ο «ωραιότερος κώλος»,
αυτό που την τσάκισε ήταν πως αγάπησε μια άλλη
και της αρνήθηκε να έχουν πλέον οποιαδήποτε σχέση οικειότητας.

Αυτή είναι μια μάλλον κοινή ιστορία δύο μάλλον κοινών ανθρώπων.
Όμως μέσα απ’ αυτή μπορούν να βγουν τα 1000 συμπεράσματα
για το πώς σκέπτεται και νοιώθει ο σύγχρονος άνθρωπος για τις σχέσεις του.
Δεν θέλω να κάνω ανάλυση, ο καθένας ας το σκεφθεί όπως θέλει.

Το μόνο που θα εντοπίσω είναι ένα ερώτημα ανάμεσα στα 1000:
Τι έπαιξε μεγαλύτερο ρόλο εντέλει;
Η απιστία;
Ή μήπως η ανάγκη ύπαρξης μιας εσωτερικής μαμάς-κλώσας;

Τετάρτη, Ιουνίου 17, 2009

Καλό καλοκαίρι


Το καλοκαίρι
η ζωή
είναι κορμί·

κι ο έρωτας
κορμιού επιθυμία.



Εύχομαι
καλοκαίρι ηδονικό στους αισθησιακούς·
υπομονή & καλό air condition στους άλλους…



















Δευτέρα, Ιουνίου 15, 2009

Αφέσου

Το ρολόι κάνει τον κύκλο του κι η φύση από δίπλα, με το δικό της το ρυθμό
-κάπως αλλιώς, κάπως με μας χωρίς εμάς και το ρολόι μας καπέλο
και όλα δείχνουν συναρτά, αρμονικά και κυκλικά,
πλην τούτου που αυτοκαλείται άνθρωπος κι έχει βαλθεί να λειτουργεί σειριακά,
νομίζοντας πως κλείνει κύκλους, απλά επαναλαμβάνοντας
όσα χωρίς αυτόν κάποτε γράφτηκαν σ’ ένα λειψό του κομματάκι που το λένε μυαλουδάκι
και σ’ ένα συναίσθημα ολόκληρο που αδυνατεί να ελέγξει
-και ίσως αυτό ποτέ τον σώσει.
Γιατί ελέγχουμε με το λειψό μας κι έτσι τα κάνουμε όλα λειψά,
ενόσω το ρολόι πάντα γυρίζει κι η φύση κάνει τους κύκλους
και το ενδεχόμενο να δέσουμε κι εμείς κάπου μαζί της θα ήταν σαφώς πιο υπαρκτό
αν ωριμάζαμε όπως τα σύκα και αν βρεθεί κάποιο χεράκι να μας κόψει έχει καλώς,
αν πάλι όχι σάπιοι από το γέρικο κλαρί που μας κρατούσε, να πέσουμε στο χώμα,
να ταΐσουμε το χώμα και το ρολόι να συνεχίσει να γυρνά και η ζωή να κάνει κύκλους
χωρίς εμάς, αλλά μ’ εμάς κάπως αλλιώς και δίχως την «εύνοια» της λειψάδας.
Έτσι κι αλλιώς τα άγνωστα πώς να τα κανονίσεις;

Αφέσου άνθρωπε και ζήσε και μάθε να πεθαίνεις
κι άσε τα πριν και τα μετά σε όποιον -σ' ό,τι- σου επιτρέπει το λειψό σου να πιστεύεις.

Σάββατο, Ιουνίου 13, 2009

Μην μου τους κύκλους τάραττε...

Η πόρτα χτύπησε κι ήταν αυτή η… πώς τη λέγανε;
Η τελευταία καψουρίτσα από τα μπουζούκια…
Ποιος ξέρει τι την έπιασε νυχτιάτικα και του κουβαλήθηκε χωρίς καν να ειδοποιήσει πρώτα.
Της έριξε μια ματιά νυσταλέα, αλλά με σαφή υπονοούμενα θυμού.
«Με πυροβόλησαν», ψέλλισε εκείνη και σωριάστηκε στα πόδια του.
Τότε παρατήρησε τα αίματα.
«Πάει το χαλί», σκέφτηκε με ολοένα και αυξανόμενο εκνευρισμό ,«θα με πρήξει η άλλη αύριο…»
Την έσπρωξε ελαφρά με το πόδι προς τα έξω,
έκλεισε σιγανά την πόρτα μην ξυπνήσει τους γείτονες
κι επέστρεψε στο ζεστό του κρεβάτι.

Παρασκευή, Ιουνίου 12, 2009

Σκέψεις-απαντήσεις προς θεωρητικούς & βιωματικούς παραλήπτες

Γιατί άραγε ζηλεύουμε, όταν μέσα μας βλέπουμε, ξέρουμε, πως ο άλλος μας αγαπά;
«Φοβόμαστε μην χάσουμε την αγάπη του», είναι η γρήγορη απάντηση.

Όμως… εγώ πιάνω τον εαυτό μου να ζηλεύει, χωρίς να έχω πλέον αυτόν το φόβο.
Πιστεύω πως ο άλλος μ’ αγαπά και πως δεν θα πάψει ποτέ να μ’ αγαπά, όπως κι εγώ εξάλλου.
Τι είναι αυτό που με κάνει να ενοχλούμαι τόσο από τις υπόλοιπες σχέσεις του;

[μικρό πηδηματάκι-κόλλημα]
Ένα πράγμα σίγουρα είναι το ψέμα. Με ενοχλεί απίστευτα να μου λέει ο άλλος ψέματα.
Από την άλλη πιθανώς αν μου πει την αλήθεια να εκραγώ, να επιτεθώ.
Δεν έχει σημασία… Ας αντιδράσω όπως θέλω… Κι ας αντιδράσει κι εκείνος όπως θέλει.
Τουλάχιστον δεν θα ζούμε μια ψευδοκατάσταση.

Κι αν δεν σου λέει ψέματα; Κι αν νομίζεις πως σου λέει ψέματα;

Το νοιώθω το ψέμα. Δεν είναι μόνο θέμα «λογικής» ανάλυσης.
Το νοιώθω στη μεταξύ μας σχέση, που κωλύεται, σέρνεται, κλοτσάει μόλις σκάσει μύτη το ψέμα.
Ακόμα κι όταν τίποτα δεν συνάδει προς την πεποίθηση πως ο άλλος λέει ψέματα.
Ή εν πάση περιπτώσει αποκρύπτει την αλήθεια ή την μασκαρεύει εντέχνως…. το ίδιο είναι.

(Ή μήπως πράγματι νομίζω;
Από μικρή κύριο μέλημά μου είναι μην τυχόν πιαστώ «μαλάκας».
Έχω αρχίσει πλέον ν' αναρωτιέμαι, αν έχει πια τόση σημασία αυτό…)

Κι ακόμα: δεν έχει το δικαίωμα να σου λέει ψέματα;

Ναι, το έχει, αλλά κι εγώ έχω το δικαίωμα να αντιδρώ στο ψέμα με οποιοδήποτε άλλο
αρνητικό συναίσθημα. Αυτός είναι ο στόχος;
[τέλος μικρό πηδηματάκι-κόλλημα]

Τι σχέση έχει το ψέμα; Αυτό σε κάνει να ζηλεύεις;

Όχι, είναι παλιός μου αυτοματισμός, είναι η ανάγκη μου για έλεγχο και αίσθηση ασφάλειας,
όμως αν κάποιος μ’ αγαπά ΤΩΡΑ, θα ήθελε να απαλλαγώ από τη ζήλια
-μέσω της ειλικρίνειάς του & της δικής μου αποδοχής των αναγκών του-,
κι όχι προσπαθώντας να προφυλάξει τον εαυτό του από την όποια αντίδρασή μου.

Τελικά δηλαδή ο άλλος φταίει, που εσύ ζηλεύεις;

Όχι βέβαια. Είμαι εντελώς υπεύθυνη για τα συναισθήματά μου.
Κι ο άλλος απολύτως ελεύθερος να πράττει όπως τον ευχαριστεί.
Σε καμία περίπτωση δεν είναι υποχρεωμένος στην «αποκλειστικότητα», επειδή εγώ νομίζω πως έτσι με βολεύει.
Αλλά χρειάζεται αφ’ ενός ειλικρίνεια κι αφετέρου… εμπιστοσύνη.

Περί εμπιστοσύνης θα έπρεπε να γράψω…
Θεωρώ πως όλοι λένε συνεχώς ψέματα… Και ίσως λένε…
Όμως εγώ δεν θα όφειλα να δείχνω περισσότερη εμπιστοσύνη στους ανθρώπους που αγαπώ;
Μάλλον εκεί παίζεται όλο το παιχνίδι…

Πέμπτη, Ιουνίου 11, 2009

Ο φίλος μου ο Δημήτρης...

Είχα έναν φίλο «καρδιακό» που λένε…
Χρόνια πολλά
[και δημιουργικά… να ‘στε καλά να τον χαίρεστε…]

Ήτανε μόνος, δήλωνε μόνος, εκ πεποιθήσεως έλεγε εργένης.
«Δεν έχω κέφι πια να ερωτευτώ…
Ποια να μου πει πια τι…»


Έτρεχε όμως από ‘δώ, έτρεχε κι από ‘κεί,
γιατί να τρέχει μια ψυχή άμα δεν ψάχνει κάτι τις να βρεί;
Κι η τύχη τού χτύπησε την πόρτα
σε μια συνάντηση φιλολογική!

[Ήθελε να με τραβολογά κι εμένα, πήγα μία φορά,
έλιωσα και με πήρε ο ύπνος στον καναπέ καθώς κάποιο γερόντιο διάβαζε…
τι σκατά διάβαζε; Ούτε θυμάμαι πια… αποσπάσματα από κάποιον φιλόσοφο,
κι ο «διάλογος» μετά είχε μεν πλάκα, λέγαν τρελές μαλακίες,
αλλά τα όρια μου είναι μικρά για τέτοια… ]

Γνώρισε εκεί λοιπόν μια νταρντανογυναίκα, στα 40,
που πολύ ενδιαφέρον έδειχνε για ό,τι κι αν της έλεγε,
τον «πίστευε» τυφλά, έτσι τουλάχιστον έδειχνε,
της έκοψε το κάπνισμα, της έκανε δίαιτα, την έβαλε να τρέχει…
coach κανονικότατος.

Τα λέγαμε όλα με το φιλαράκι μου…
που έμεινε με τη νταρντάνα κι έπαψε να ‘ναι φιλαράκι μου,
γιατί τα φιλαράκια είναι πάντα κι ερωτευμενάκια
κι όταν βρουν γυναίκα, η γυναίκα ξέρει και ξεκόβει
τις «κακές παρέες».

Κι έτσι πήγε στ’ αζήτητα άλλη μια σχέση μου ετών,
με έναν άνθρωπο «σοφό»,
που την αλήθεια όμως έκρυβε κι απ’ τον ίδιο του τον εαυτό.

Το μόνο που ζήταγε ήταν εντέλει
κάποιον τυφλά να τον πιστεύει.

Φαντάζομαι, πως τώρα πια θα ‘χουν χωρίσει…
γιατί κανείς ποτέ κανέναν στ’ αλήθεια
δεν πιστεύει.

Μακάρι νά 'ναι αυτοί η εξαίρεση
και νά 'ναι ακόμα ερωτευμένοι.
Του το εύχομαι ολόκαρδα μέσα απ' το μπλογκ…
του κάποτε, του φίλου μου του καρδιακού…
του Δημήτρη….

Κυριακή, Ιουνίου 07, 2009

Κυριακή (εκλογών)

Είναι Κυριακή, ημέρα εκλογών κι εγώ έχω ετοιμαστεί να υποδεχθώ την οικογένεια.
Οι εκλογές ήταν πάντα ημέρα συνάντησης.
Ψηφίζουν όλοι στην γειτονιά που μεγαλώσαμε -εγώ μένω ακόμα εδώ.
Παλιά μαζευόμασταν στη μάνα μου, τώρα σε μένα.
Θα πήξει το σπίτι στο πιτσιρίκι.

Χανόμαστε με τα χρόνια,
ο καθένας έχει τη ζωή του κι οι ζωές μας είναι πολύ διαφορετικές,
κυρίως, δε, ο τρόπος που βλέπουμε τις ζωές μας.

Μ’ αρέσει να τους συναντώ, μου θυμίζει(;) λίγο άλλες εποχές.
Όταν μαζευόμασταν σε ένα σπίτι, καθόμασταν και μιλούσαμε μέχρι το πρωί,
γινόμασταν όλοι λιώμα και κοιμόμασταν στα πατώματα.

Τώρα όλα είναι πολύ «κυριλέ» και ελεγχόμενα.
«Τα νέα σου; Τα νέα μου; Ναι... αυτά... Τα ίδια...»

Άντε να έχει χτιστεί κανά σπίτι, να έχει κλείσει καμιά μεγάλη δουλειά,
τα παιδιά γεννηθήκανε, βαφτιστήκανε, μεγαλώσανε·
τα παρακολουθούμε απλά να λυσσομανάνε γύρω μας.

Κι εμείς μένουμε να σχολιάζουμε τα «πρωτοφανή» πρόσωπα της επικαιρότητας,
τα σημάδια του χρόνου πάνω μας
και τους παλιούς μας φίλους...

synas

Swedish (verb):

have as appearance; to appear, to seem
to be visible
to meet each other (by happenstance)

Σάββατο, Ιουνίου 06, 2009

Λέμε τώρα...

Δεν βλέπεις, δεν ξέρεις… μην φαντάζεσαι…
δεν μπορείς να αντιληφθείς με το μυαλό…
είναι μόνο κάτι στιγμές ενορατικές, που σα να βλέπεις πέρα…
Το πέρασμα είναι φωτεινό…
Η συνέχεια ανυπαρξία…
μία κατάσταση διάχυσης… δίχως μορφές…
η αίσθηση, αυτή της απόλυτης ακινησίας μέσα σε όχημα πάρα πολύ γρήγορο….
που λόγω ταχύτητας όλα τα νοιώθεις σταματημένα.
No time, no space.
Η ανυπαρξία είναι κι αυτή μια κατάσταση ύπαρξης.
Ποιος μπορεί να συλλάβει το μηδέν;


Πάντα όμως υπάρχει κι η γλυκιά εκδοχή των αγγέλων :)


Παρασκευή, Ιουνίου 05, 2009

Γεια μας

Τα καπάκια από τις μπύρες κροτάλισαν,
καθώς κλότσησα ένα από αυτά πάνω στα υπόλοιπα.
Πόσα ακόμα; αναρωτήθηκα.
Πόσο θα επιμένεις σε κάτι που μόνο κακό σου κάνει;
«Αυτά τα καπάκια είναι η ζωή σου», άκουσα μια φωνή από το υπερπέραν,
«εσύ υπάρχεις κι αυτά… Όλα τα άλλα είναι ένα όνειρο, μια ψευδαίσθηση…
Ακολούθα τις αυτοκαταστροφικές σου τάσεις… μόνον αυτές θα σε σώσουν»
Ο Θεός είναι ψυχοπαθής, σκέφτηκα, και συνέχισα να πίνω…

Πέμπτη, Ιουνίου 04, 2009

Τραγικά ηλίθιοι

Άλλος το παίζει έξυπνος, γαμάμε εγκεφάλους,
Άλλη το παίζει γκόμενα κι όποιος τυφλός ορίσει,
Άλλη ασυναρτησίες συναρμολογεί,
Άλλοι της απαντάνε κιόλας,
Άλλη αντιγράφει απ’ όπου βρει,
Άλλος την πίκρα του βοεί…

Και όλοι τα κάνουν όλα γενικώς, στόχος προσωπικός ουδείς,
πλην της δημοτικότητας, της ακροαματικότητας, της αναγνωσιμότητας
και ίσως κι ενός σπόνσορα. Άντε κι ένα γαμήσι.

Βασικά…
κάθε μαλάκας ψάχνει για κάποιον ακόμα πιο μαλάκα.


Τετάρτη, Ιουνίου 03, 2009

Πάρε τ' αχνάρια μου…

















Οι άνθρωποι πεθαίνουν κι αφήνουν πίσω τους μονάχα μίαν ανάμνηση, κάποιες φωτογραφίες
και το στίγμα τους στους εναπομείναντες.
Στίγμα;
Κάτι περίπου σαν μικρόβιο;
Σαν ανεξίτηλο σημάδι;
Σαν λανθάνουσα κληρονομική νόσο;
Σαν το σημείο τομής δύο γεωγραφικών συντεταγμένων;
Μία «σφραγίδα»;

Ναι, κάποιοι γίνονται φορείς και μεταφέρουν το στίγμα.

Μικρόβιο…
Θυμάμαι στον «Όταν ο ήλιος…» που το λάτρευα πιτσιρίκα, έλεγε η επίσης πιτσιρίκα ηρωίδα:
«Μα πώς είναι δυνατόν να φοβάσαι κάτι τόσο μικρό όπως ένα μικρόβιο; Εγώ δεν φοβάμαι ούτε τους σκύλους!»
Ναι, κάποτε είχαμε άγνοια του κινδύνου.
Δεν φοβόμασταν την επιρροή των άλλων, που οι γονείς μας έτρεμαν για ‘μάς.
«Με ποιους θα είσαι, παιδί μου; Μην είναι τίποτα αλήτες;»

Η μάνα μου για κάποιον περίεργο λόγο δεν έτρεμε και μού ‘δειχνε και μένα εμπιστοσύνη.
Ερχόταν η ίδια σε επαφή με όλα τα «μικρόβια» του κόσμου και πίστευε πως δεν κόλλαγε.
Εγώ όμως την παρακολουθούσα να αρρωσταίνει βουβά και κυρίως να αλλάζει.
Να χάνει λίγο-λίγο τη μαχητικότητά της και να παραδίδεται στο έλεος των γενικευμένων, των ασφράγιστων μικροβίων.
Ακόμα κι αυτού που λένε «Θεός».
Να εξαρτάται μέσα της κι έξω της και να πανικοβάλλεται στο δωμάτιο της εντατικής από επίδοξους δολοφόνους.
Ο κάποτε ανεκδήλωτος φόβος στο τέλος είχε τερατωθεί.

Δεν ήταν σαν τη θεια μου, που συνειδητά υποστηρίζει:
«Αυτός μόνο θλίψη θα σου φέρει, παιδί μου… άστον να πάει στο καλό…»

Μοιάζω περισσότερο στη μάνα μου… έρχομαι σ’ επαφή με τα μικρόβια,
μόνον που αποφεύγω τις μεγάλες συγκεντρώσεις, γιατί η κοινή γρίπη δεν με σκοτώνει,
αλλά με κάνει να σέρνομαι και μου δημιουργεί μιαν ανεξήγητη θολούρα.
Έναν-έναν ενίοτε τους συναντώ με μια κρυφή δυσαρέσκεια…
Όσο για τη θλίψη… δεν θα μου τη φέρει ο άλλος… μπορώ να του τη φέρω κι εγώ, δεν τρέχει τίποτα.
Το κυνήγι της χαράς μού κάνει λίγο ίδιον των υπερκινητικών παιδιών.

Κουβαλάω λοιπόν το στίγμα λίγων· όσων αγάπησα.
Δεν χρησιμοποιώ τις λέξεις τους να δείξω πως μ’ έχουν αγγίξει
[μα τι άκρα γελοιότης είναι αυτή; Δεν ντρέπεσαι λίγο να μιλάς με τα λόγια του άλλου;]
Απλά τους κουβαλώ μέσα μου και θα τους κουβαλώ κι όταν πια θα έχουν φύγει.
Όπως έχει φύγει η μάνα μου.
Και το στίγμα τους θα το πάρουν και τ’ ανίψια μου, θα το πάρετε ίσως κι εσείς που αφελώς διαβάζετε αυτές τις αράδες.
Και κάπως έτσι θα γίνουν αθάνατοι και θα τους εντοπίζουν σαν μικροκύματα αρχέγονου φωτός ανάμεσα στα φώτα της λαμπερής πόλης…


Κυριακή, Μαΐου 31, 2009

Ανέφικτο

Όλοι πιπιλάμε την καραμέλα για τους «άλλους»:
που είναι ψεύτες, που είναι ιδιοτελείς, που είναι το ένα, που είναι το άλλο.
Όχι πως δεν είναι… Είναι…
Όσο πάνω-κάτω είμαστε κι εμείς οι ίδιοι.
Οι άνθρωποι έχουμε φύση υποδεέστερη των πεποιθήσεων και των προσδοκιών μας.
Όλοι ανεξαιρέτως.
Γι’ αυτό και δε μπορεί να σταθεί καμία οραματική κοινωνία.
Γι’ αυτό κάθε πλατωνική, μαρξιστική, αναρχική πολιτεία είναι ουτοπία.
Γι’ αυτό και κάθε καθαρή ανθρώπινη σχέση είναι ουτοπία…

Σάββατο, Μαΐου 23, 2009

Καλύτερα

Ο φίλος μου είναι καταδικασμένος να πληρώσει το πάθος του.
Όμως το έζησε…

Όσο κρατήσει…
















Θέλω να γράψω κάτι… κάτι να πω…
Άκουσα ίσως πολλά· γι’ αυτό.

Νοιώθω πάλι ερωτευμένη… με τη ζωή…
Όλα μου φαίνονται όμορφα, μαγικά κι ενδιαφέροντα.

Αναρωτιέμαι αν πέρασα στη σφαίρα της σχιζοφρένειας
ή αν επέστρεψα από τον κόσμο των ζωντανών νεκρών.

Το λυκαυγές δεν με τρομάζει·
είναι η υπόσχεση της νέας ημέρας…
και τα σύννεφα ταξιδιάρικα.

Όσο κρατήσει…


Τρίτη, Μαΐου 05, 2009

Τι μετράει;















Το δαχτυλάκι του χεριού του δεξιού είναι στραβό, μα στιβαρό.
Όλο δουλεύει.
Εκείνο του αριστερού είναι κομψό, κομψότατο, μα αδύναμο.
Αδρανές τον περισσότερο καιρό, έχει αρχίσει να μουδιάζει.
Προσωπικώς ντρέπομαι εξίσου…
Κανένα δεν είναι όπως ήταν·
κανένα δεν θα ξαναγίνει αυτό που ήταν.
Ούτε με ξεκούραση, ούτε με γυμναστική, ούτε με φυσιοθεραπεία.
Τα δάχτυλά μας γερνάνε ό,τι κι αν κάνουν.
Κι αναρωτιέμαι σοβαρά…
…νοιώθει κανένα δυστυχές ή ευτυχές;
Το μόνο που θα κρίνει εντέλει,
δείχνει να είναι η λειτουργικότης…

Πεθαμένες αγάπες

Να πω ένα παραμύθι που μου τό ‘πανε…
μίαν αλήθεια…

ζητάμε, λέει, κάποιον να μας δει…

"ζητάμε κάποιον να του δείξουμε το βρωμερό κελλάρι"

δεν είναι μόνον τα βρώμικα που ευχόμαστε
κάποιος να δει δίχως να πει
και δίχως να μας παραδώσει.

είναι και τα ωραία μας…

μην δεν τα εκτιμήσουνε σωστά
-άσε μην τα πουλήσουνε-
και σ' άτσαλα χέρια πάν’ χαλάλι…

[και το αβρότερο των αβροτέρων χέρι
τσαλακώνει]

γιατί η ψυχή μας είναι αιθέρια·
της κάνεις ένα φφφφφφ…

πού νά ’βρεις στόμα να μην ανασαίνει;
μόνο οι νεκροί…



ίσως γι’ αυτό
στα παραμύθια ζουν
μονάχα αγάπες πεθαμένες





Κυριακή, Μαΐου 03, 2009

Ξενιστής

Τα μονοπάτια -όχι πολλά-, που μού 'τυχαν
τα πάτησα όσο μπόρεσα.
Ρούφηξα τ' άρωμά τους.

ΕΙΜΑΙ τα μονοπάτια μου.
Κι ένα μικρό σποράκι, ακαλλιέργητο, κρυμμένο,
που ίσως ποτέ δεν σκάσει.

Με πόδια alien σεργιάνισα ως τα τώρα
-από τη γέννηση καλούπι μου.
Ξένος και ξενιστής συνάμα…

Όμως τις μυρωδιές τις πήρε ο σπόρος.

Κάποια άνοιξη μπορεί το κουκουτσάκι μου,
ό,τι του αρμόζει ν' αναλάβει…
(μα όλο τ' αναβάλλει)

Τα alien -να ξέρετε-
κάνουν δουλειά απίθανη,
ξέρουν καλά να μοιάζουν.

Μα λείπει η έκφραση -κι η συνοχή,
αυτό που λέν' «το μέσα»·
αυτό που λένε «Άνθρωπος».


Το γαμώτο


Είδα αυτούς τους στίχους στο blog της Μαρίας Raffinata,
τους θυμήθηκα και δεν μπορούσα παρά -σχεδόν αυτόματα- να τους αντιγράψω εδώ.
Δεν είναι που πεθαίνω, είναι που καταλαβαίνω... ή που νοιώθω; Κάτι τέτοιο τέλος πάντων...
Βαρέθηκα τον διαχωρισμό· καιρός να γίνω ένα.

"Πάει. Αυτό είταν.
Χάθηκε η ζωή μου φίλε
μέσα σε κίτρινους ανθρώπους
βρώμικα τζάμια
κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.
'Αρχισα να γέρνω
σαν εκείνη την ιτιούλα
που σούχα δείξει στη στροφή του δρόμου.
Και δεν είναι που θέλω να ζήσω.
Είναι το γαμώτο που δεν έζησα".

Κατερίνα Γώγου

(Μα δεν θα μπορούσε να το πει καλύτερα!...)

Σάββατο, Μαΐου 02, 2009

Εγκλωβισμός
















Τα σύνορα του κόσμου λύγισαν κι ενώθηκαν σε μια ιδέα παράπλευρη.
Δευτερεύουσα.
Η συνέχεια διακόπηκε.
Παύλα.
Μανιάζουμε οι άνθρωποι να βάλουμε παντού τελείες.

[Δύο μικρές και παράλληλες παύλες σχηματίζουν το σημείο της ισότητας]

Τ’ άστρα δεν υπακούουν· έχουν ήδη πεθάνει…
Και κάθ' ευχή ταξιδεύει προς το παρελθόν της.

Τα τραγούδια μας -γέφυρα στο μετέωρο αναμεταξύ.



Προσευχή

Σας παρακαλώ!
Ζω όνειρο κακό.
Ξυπνήστε με πια!

Έρωτας μέσω διαδικτύου

Είναι πολλές οι σχέσεις που δημιουργούνται πλέον μέσω διαδικτύου.
Έρευνα που πραγματοποιήθηκε πριν λίγο καιρό στη χώρα μας,
έδειξε πως όλο και περισσότεροι άνθρωποι -άντρες & γυναίκες-
στρέφονται προς αυτό το μέσο για να καλύψουν τις ερωτικές τους ανάγκες.
Πολλοί μάλιστα δήλωσαν, πως είπαν για πρώτη φορά το «σ’ αγαπώ» μέσα από κάποιον messenger.
Οι περισσότεροι πάντως το χρησιμοποιούν κυρίως για «διασκέδαση» με πολλές παράλληλες σχέσεις.
Είναι ένας βολικός τρόπος να έχεις κάποιες επαφές, χωρίς κανενός είδους ευθύνη.
Πολλοί -άντρες κυρίως- παρουσιάζουν και την εντυπωσιακή για το φύλο τους ιδιομορφία
να μην θέλουν να συναντήσουν το εκάστοτε «ταίρι».
Προτιμούν να κάνουν συλλογή φωτογραφιών και να αυτοϊκανοποιούνται μπροστά στην οθόνη,
φαντασιώνοντας το άλλο άτομο, όπως οι ίδιοι θέλουν.
Οι γυναίκες ερωτεύονται. Eρωτεύονται με τα λόγια.
Πάντα ίσχυε αυτό, πόσο μάλλον τώρα, που η γνωριμία στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στα «λόγια».
Και συνήθως προσπαθούν να δώσουν στη διαδικτυακή αυτή επικοινωνία πραγματική υπόσταση.
Έχω δει κάποιες σχέσεις να προχωρούν βεβαίως. Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Κάποιοι κατάφεραν να μείνουν φίλοι.
Όλα παίζουν, όπως παίζουν στη ζωή,
όμως αποδεικνύεται κι εδώ περίτρανα η διαφορετική αντιμετώπιση του έρωτα από τα δύο φύλα.
Οι γυναίκες δείχνουν σχεδόν ανίκανες να «παίξουν» με τα αισθήματά τους.
Κι έχουν την τάση να «κολλάνε» σε ένα άτομο.
Οι άντρες πάλι δείχνουν σχεδόν ανίκανοι να δεσμευθούν σε μία μόνον «επαφή».
Με λίγα λόγια: Τι έχεις, Γιάννη μου; Τι είχα πάντα…

Παρασκευή, Μαΐου 01, 2009

Blog = Weblog

Χθες μου ξαναείπε ένας φίλος για πολλοστή φορά, πόσο άσχημα γράφω.
Θέλω να ζητήσω συγγνώμη από όσους με διαβάζουν, αν τους «χαλάω» με τον τρόπο γραφής μου.
Αν και φαντάζομαι, πως όποιος χαλιέται, απλά δεν θα ξαναδιαβάσει.
Το blog το έχω δει ως ημερολόγιο και όχι ως λογοτεχνικό περιοδικό.
Καταγράφω τις εκάστοτε σκέψεις μου και το κάνω γρήγορα και χωρίς επεξεργασία.
Δεν το κάνω για τους όποιους αναγνώστες.
Το κάνω κυρίως για μένα.
Όμως πάντα ελπίζω, πως κάποια σκέψη μου μπορεί να βάλει σε σκέψεις και κάποιον άλλον.
Εν πάση περιπτώσει ευχαριστώ όσους τυχόν με διαβάζουν και ειλικρινά λυπάμαι για την έλλειψη τεχνικής.

Α! Καλό μήνα!

Πέμπτη, Απριλίου 30, 2009

Με ρώτησες, τι θ’ απογίνεις… (περί ακινησίας)


Το φίδι πρέπει να κινείται για να επιβιώσει.
Πάνω στην κίνηση θα το βρει μια μέρα το τέλος. Τεντωμένο.
Αν πάλι μείνει ακίνητο, στραφεί προς τα πίσω, κυκλωθεί, δαγκώσει την ουρά του...
το δηλητήριο του μυαλού θα χυθεί στα σωθικά του.
Θα διαπεράσει τα σκοτεινά και ανεξιχνίαστα πλείστα μέσα του.
Φώσφορο θα πρασινίσει τις ζώνες πολέμου.
Και σε ανύποπτες χωροστιγμές θ' ανακαλύψει φως προϋπάρχον.
Και πάλι…
Μες στο ατέρμονο ταξίδι της εθελούσιας ακινησίας,
ο χρόνος θα πάψει να υφίσταται.
Το σημάδι του άπειρου θα συμπυκνωθεί σε μαύρη τρύπα.
Μπορεί να λέγεται θάνατος κι αυτό,
όμως η τρύπα θα έλκει και θα χωνεύει για πάντα τα πάντα…
Και ποιος ξέρει; Ίσως ξαναεκραγεί…

…να δημιουργήσει απ' την αρχή.

Τετάρτη, Απριλίου 29, 2009

Αν συμβεί αυτό που φοβάσαι, θα είσαι χειρότερα από τώρα που το φοβάσαι;












Μια ερώτηση μου έθεσε ένας καινούριος φίλος στο facebook:
«Αν συμβεί αυτό που φοβάσαι, θα είσαι χειρότερα από τώρα που το φοβάσαι;»
Παλιότερα είχα την απάντηση στο στόμα.
Ήταν το μόττο των νιάτων μου, που με κράτησε ζωντανή για χρόνια:
«Προτιμώ να καταρρεύσει ο κόσμος, παρά να αγωνιώ μην τυχόν καταρρεύσει»
Στα νιάτα μου όμως ο κόσμος είχε χτιστεί ερήμην μου και ποσώς με ένοιαζε η τύχη των επιλογών του.
Αν μη τι άλλο δεν ένοιωθα ευθύνη.
Καθώς τα χρόνια περνούσαν, είδα κάθε ανθρωπάκι να σηκώνει από έναν πύργο, να κλειστεί μέσα,
να προφυλαχθεί κι ας καταρρεύσει ο κόσμος.
Τότε κατάλαβα πως η θεωρία της νεότητας μάλλον αποτελούσε στην ουσία της κοινό αίσθημα
και το μόνο σημαντικό ήταν πώς το παλεύεις.
Διάλεξα έναν δρόμο.
Χαρακτηρίσθηκα επιπόλαια -οι πυργοδεσπότες ώριμοι.
Η πλάκα είναι πως το αποτέλεσμα είναι ακριβώς το ίδιο.
Αγναντεύω κι εγώ τώρα από τον δικό μου πύργο τους κάδους ανακύκλωσης στο δρόμο
και βεβαίως θα δικαιώσω απολύτως την ανάγκη μου συμμετοχής στα κοινά, αν κάποτε τους χρησιμοποιήσω κιόλας.
Πού θα πάει όμως; Κάποια στιγμή θα μου τον βάλουν τον κάδο μέσα στο σπίτι και τότε θα γίνω μια αληθινή ακτιβίστρια.
Όμως άλλαξα θέμα…
«Αν συμβεί αυτό που φοβάσαι, θα είσαι χειρότερα από τώρα που το φοβάσαι;»
Όχι, δεν θα είμαι χειρότερα. Το ξέρω αυτό καλά, μου το έχει διδάξει η πείρα.
Θα είμαι αλλιώς.
Η αλλαγή ενέχει από μόνη της το φόβο, δεν έχει να κάνει με το καλύτερα-χειρότερα.
Πόσο μάλλον με το καλό-κακό.
Αυτές οι έννοιες έχουν πάει περίπατο καιρό τώρα, ασχέτως αν σχηματικά τις χρησιμοποιώ ακόμα.
Κάπως πρέπει να συνεννοείσαι κιόλας, διάολε… Να κρατάς έναν κοινό κώδικα, αλλιώς στη ρετσινιά της επιπολαιότητας κολλάει κι αυτή της ανισορροπίας.
Κόπιασα τόσο πολύ -μέσα μου- να χτιστεί ο πυργίσκος μου,
αναίρεσα τόσες δικές-ολόδικες σκέψεις (απλά σκέψεις, δεν θα μπορέσω ίσως ποτέ να χρησιμοποιήσω τον όρο πίστες),
αψήφησα τόσες ανάγκες (όπως το απλό δικαίωμα να κινούμαι ελεύθερα),
θυσίασα τόσα χρόνια προσπαθώντας να μοιάσω και ν' ανήκω,
που τώρα πραγματικά μου φαίνεται το οποιοδήποτε «αλλιώς» βουνό.
Θαυμάζω απεριόριστα κάποιους ανθρώπους, που ανενδοίαστα ρίχνουν συνέχεια κλοτσιές στον κάδο με το γάλα
-γάλα ρέει στο κάτω-κάτω άφθονο απ’ τα βυζιά των αγελάδων.
Όμως εγώ -μετά από τόσα χρόνια προσομοίωσης- τα κατάφερα σε μεγάλο βαθμό:
δεν είμαι πια παρά ένα ακόμη φοβισμένο ανθρωπάκι.

Τρίτη, Απριλίου 28, 2009

Παραλήρημα μηνός Νο 2


Τα παράθυρα είναι κλειστά. Συναγερμός. Δεν πειράζει, έτσι κι αλλιώς μπάζει ακόμα. Να δούμε τι θα κάνουμε το καλοκαίρι.
Τρομοκρατία. Να φοβάσαι να κάτσεις στο ίδιο σου το σπίτι.
Παλιά ήμουνα τελείως χύμα. Όταν όμως μπήκανε την ώρα που κοιμόμασταν και ψάχνανε δίπλα μας τις τσέπες των παντελονιών μας… τρόμαξα.
Ευτυχώς δεν τους πήραμε χαμπάρι. Μερικά πράγματα είναι καλύτερα να μην τα παίρνεις χαμπάρι.
Άμα πηδάει π.χ. ο άντρας σου καμιά άλλη… Δεν έχει νόημα να το μάθεις.
Ή που δεν τρέχει τίποτα και γιατί να το μάθεις, ή που θα το μάθεις μια και καλή κουνώντας το μαντήλι στην πόρτα.
Είναι βέβαια και το θέμα μην σε πιάσουν μαλάκα… ότι δεν κατάλαβες…
Ε…. δεν πειράζει… απ’ το να σε τρώει η αγωνία και η ζήλια, καλύτερα να σε πουν μαλάκα.
Αυτά τώρα τα γράφει η άρρωστη ζηλιάρα.
Όμως σκέφτομαι… είναι δυνατόν μετά από 100 χρόνια να μην θελήσει ο άλλος κάτι άλλο;
Το άλλο, του άλλου, ω άλλο;
Θα θελήσει…
Μήπως -και λέω, κε πρόεδρε- μήπως το να το καταπιέσει, σου γυρίσει εντέλει χειρότερο μπούμερανγκ;
Ότι «Άντε γαμήσου μωρή καριόλα, που μ' έχεις συνέχεια στην τσίτα, λες και είμαι κτήμα σου»
Και ορθώς θα πεις «Γιατί εσύ τι κάνεις, ρε παλιόπουστα, που με έχεις κλεισμένη εδώ μέσα και δεν μπορώ να κουνήσω;»
Και άλλα τέτοια όμορφα…
Μήπως λοιπόν είναι πιο έξυπνα κάποια τυπάκια, που την έχουν δει εξ αρχής χαλαρότερα και κάνει ο καθείς ό,τι γουστάρει, φτάνει να είναι εντάξει στο «σπίτι»;
Να μου πεις… τι εντάξει… να σου έρχεται δηλ. ο άλλος για φιλάκι καληνύχτας και να μυρίζει «άλλη»;
Φρίκη κι αυτό… δε λέω… αλλά φαντάζομαι πως αυτά τα ζευγάρια έχουν μάθει να ζουν διακριτικά.
Μέγα πρόβλημα, κυρίες και κύριοι…
Οι πιο συντηρητικοί, οι πιο ευαίσθητοι, οι πιο τα μυαλά πετάν' στα σύννεφα, θα πουν «Μα γιατί να είσαι με κάποιον, άμα δεν τον θες πια;»
Επειδή λοιπόν κανέναν δεν θες «πια» μετά από 100 χρόνια… και το Χριστό φαντάρο -απευθείας μετά το μυροποδόλουτρο της Μαγδαληνής- να πάρεις, κάποτε θα τον βαρεθείς και θα τον στέλνεις να βγάλει καμιά ομιλία στο όρος των Ελαιών να τον ξεφορτωθείς για λίγο.
Είναι η φύση τέτοια… ζητώ ειλικρινή συγνώμη από όσους το πληροφορούνται πρώτη φορά από εμένα…
Ναι…
Ίσως τελικά άμα αγαπιέσαι με τον άλλον, να μην έχει και τόση σημασία, αν χοροπηδάτε στο κρεβάτι και με κάναν άλλον.
Ίσως τελικά, να μην έχει καν σημασία αν ερωτευτείς τον κάποιον άλλον…
Οι ανθρώπινες σχέσεις ίσως θα έπρεπε να είναι πέρα από τις φυσικές ανάγκες… τις ζωώδεις, αν το θέλετε έτσι…
Κι ακόμα παραπέρα: πέρα από τα όρια του έρωτα…
Ίσως μένεις με κάποιον που δεν θες πια με πάθος τρελό, γιατί τον αγαπάς. Απλά.
Και όχι γιατί το είπατε στον παπά, στους ανθρώπους, στο Φούφουτο… ούτε γιατί περιμένετε να πεθάνουν τα παιδιά, ούτε γιατί πώς θα μοιράσετε το κωλοδιαμέρισμα που αγοράσατε με δάνειο και ποιος θα το πληρώνει τώρα…
Αν δεν υπάρχει αυτό που λένε αγάπη… καλύτερα να πληρώνεις το δάνειο μονάχος* και να ζήσεις το υπόλοιπο του βίου σου -αν μη τι άλλο- χωρίς μπινελίκια, πικρία, οργή.
Και πού ξέρεις; Ίσως κάποια μέρα η αγάπη σού χτυπήσει πράγματι την πόρτα…




* Πώς θα το πληρώνεις; Θα τη βρεις την άκρη… Πίστεψέ με…

Δευτέρα, Απριλίου 27, 2009

Έτσι απλά…


Μια κουρτίνα τραβήχτηκε ανάμεσα στο τότε και στο τώρα.
See through, βλέπω πίσω σκιές να κινούνται σε φόντο έντονο, πολύχρωμο.
Απ' τη δώθε πάντα, ημίφως κι όλα σε τόνους άκρως παλ.

(Ποτέ δεν κατάλαβα εκείνη τη μυστήρια θεωρία, πως τα όνειρα είναι ασπρόμαυρα.
Πρώτο πράγμα το πρωί που ανακαλώ από το όνειρο είναι το χρώμα.)

Μετάβαση. Όχι θετική, όχι αρνητική.
Έχετε δει πρόγραμμα διακοπών σε γκρουπ;
«Παρασκευή, ώρα 8.00, επιβίβαση στα πούλμαν και μετάβαση στο Λάτσιο»
Έτσι απλά… μετάβαση.

Μόνον που μας εξέλιπε το γκρουπ.

Οι μνήμες απ' τα ομαδικά ταξίδια ήταν μέχρι πρότινος γυαλί.
Σαν σε δωμάτιο νησιού, που μάλλον εσκεμμένως δεν βάζουν ποτέ ολόσωμο καθρέφτη,
κοίταζα με άνεση τον αντικατοπτρισμό μου στο τζάμι.

Τώρα… κουρτίνα.
Το γυαλί έσπασε και το παρελθόν κατεχωρήθη πλάι στις ταινίες του Κουστουρίτσα:
περήφανη γυφτιά -χαρά της ζωής γεμάτη.

Χαρά, χαρά…: η χαρά της ζωής είναι μονάχα η λαχτάρα να τη ζήσεις.


Δεν μένει -χωρίς καθρέφτη- παρά να ψηλαφίζω…
Και μες στο κεφάλι αντηχεί το ρήμα «νοιώθω» στη θέση του πάλαι ποτέ «θέλω».



Κυριακή, Απριλίου 26, 2009

Καημένα ανθρωπάκια

Κράτησα για μέρες τα ανιψάκια μου. Περάσαμε καλά.
Όταν όμως ήρθε η ώρα να φύγουν… κλάαααμα… ο μεγάλος, γύρω στα 10.
Βρε καλέ μου, βρε χρυσέ μου, όλα τελειώνουν κάποια στιγμή κι αρχίζουν άλλα
και ξαναγίνονται και ξαναέρχονται και ξαναφεύγουν.
Δεν σταμάταγε.
Έκλαιγε, μ’ αγκάλιαζε, επαναλάμβανε πόσο μ’ αγαπάει.
Κατάλαβα… Ένοιωσα.
Φοβάται πως κάθε τέλος μπορεί να είναι οριστικό.
Φοβάται το θάνατο. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Πόσο θα υποφέρει, Θε μου… Πόσο θα πονέσει…
Πόσο θα προσκολληθεί σε νοσηρές καταστάσεις από το φόβο της απώλειας και μόνο.
Πόση προσπάθεια θα χρειαστεί για να αποδεχθεί το φυσικότερο όλων·
το τέλος των πραγμάτων…
Πόσο τον λυπήθηκα και πόσο λυπήθηκα μαζί τον εαυτό μου…