Header Painting by Agapi Hatzi

Τρίτη, Ιουνίου 30, 2009

Θέλω...


Νοστάλγησα αχνάρια ζωντανού
στο πέλος του χαλιού μου.

το υγρό, ζεστό μουσούδι
που όλο λαχτάρα σε μυρίζει,
σου τρίβεται,
σε γλείφει.

τα παιχνίδια...

και την όρθια ουρά
που αδυνατεί να κρύψει τη χαρά της
σαν σ’ αντικρίζει.

Δευτέρα, Ιουνίου 29, 2009

Μια απλή συναλλαγή




Το μουνί σέρνει καράβι
μέχρι το επόμενο λιμάνι.

(Το μόνο θέμα, πόσα θα πάρει)

Πέμπτη, Ιουνίου 18, 2009

Κάτι άλλοι φίλοι...

Είχα μια φίλη που ήταν χρόνια με ένα φίλο…
Στην ουσία ήταν μαζί από έφηβοι…
Αυτή πηδιόταν δεξιά-αριστερά.
Τον αγαπούσε τον δικό της, αλλά προφανώς ήθελε κι άλλα.
Ενίοτε ερωτευόταν τους ερωτικούς της συντρόφους και δη παράφορα.
Δεν έφυγε ποτέ από τη σχέση της.
Δεν είμαι σίγουρη αν της πέρασε καν ποτέ από το μυαλό.

Εκείνος πάλι, δεν ξέραμε
-προσωπικώς φανταζόμουν ότι θα ‘ριχνε κι αυτός κανέναν.
Έτσι κι αλλιώς κανα-δυο φορές είχαν περιστασιακά χωρίσει,
οπότε ο καθένας έκανε επίσημα ό,τι γούσταρε σ’ αυτά τα διαστήματα.

Όλα όμως έβαιναν σχετικά καλώς για πάρα πολλά χρόνια.

Κάποια στιγμή πέθανε η μητέρα του φίλου μου,
η οποία έπασχε πάρα πολύ καιρό από την επάρατο νόσο
και τότε εκείνος ξαφνικά παθιάστηκε με κάποια και χώρισε.
«Έχει τον ωραιότερο κώλο που έχω ποτέ γαμήσει».
Δεν έμεινε με το «πάθος» παρά μόνον για μερικούς μήνες.
Ξενέρωσε.

Πολύ σύντομα όμως ερωτεύθηκε μια άλλη γυναίκα,
την οποία παντρεύτηκε και έκανε μαζί της παιδιά.
Τώρα δεν ξέρω σε τι ακριβώς ψυχολογική κατάσταση βρίσκεται,
αλλά οι κοινοί φίλοι και γνωστοί τον περιγράφουν ως «κολλημένο οικογενειάρχη»,
που βαριέται να βγει με άλλους ακόμα και για έναν καφέ.

Η παλιά του σχέση
-η οποία ενδιαμέσως είχε επισημοποιηθεί και ακυρωθεί "πολιτικά"-
επέμεινε για καιρό.
Είχαν μείνει φίλοι και πότε-πότε το κάνανε κιόλας,
μέχρι που βρήκε τη νέα του γυναίκα.
Τότε αυτή έγινε έξω φρενών και έπαψε να του μιλάει παντελώς.
Δεν την είχε πειράξει τόσο τραγικά ο χωρισμός τους,
ούτε ο «ωραιότερος κώλος»,
αυτό που την τσάκισε ήταν πως αγάπησε μια άλλη
και της αρνήθηκε να έχουν πλέον οποιαδήποτε σχέση οικειότητας.

Αυτή είναι μια μάλλον κοινή ιστορία δύο μάλλον κοινών ανθρώπων.
Όμως μέσα απ’ αυτή μπορούν να βγουν τα 1000 συμπεράσματα
για το πώς σκέπτεται και νοιώθει ο σύγχρονος άνθρωπος για τις σχέσεις του.
Δεν θέλω να κάνω ανάλυση, ο καθένας ας το σκεφθεί όπως θέλει.

Το μόνο που θα εντοπίσω είναι ένα ερώτημα ανάμεσα στα 1000:
Τι έπαιξε μεγαλύτερο ρόλο εντέλει;
Η απιστία;
Ή μήπως η ανάγκη ύπαρξης μιας εσωτερικής μαμάς-κλώσας;

Τετάρτη, Ιουνίου 17, 2009

Καλό καλοκαίρι


Το καλοκαίρι
η ζωή
είναι κορμί·

κι ο έρωτας
κορμιού επιθυμία.



Εύχομαι
καλοκαίρι ηδονικό στους αισθησιακούς·
υπομονή & καλό air condition στους άλλους…



















Δευτέρα, Ιουνίου 15, 2009

Αφέσου

Το ρολόι κάνει τον κύκλο του κι η φύση από δίπλα, με το δικό της το ρυθμό
-κάπως αλλιώς, κάπως με μας χωρίς εμάς και το ρολόι μας καπέλο
και όλα δείχνουν συναρτά, αρμονικά και κυκλικά,
πλην τούτου που αυτοκαλείται άνθρωπος κι έχει βαλθεί να λειτουργεί σειριακά,
νομίζοντας πως κλείνει κύκλους, απλά επαναλαμβάνοντας
όσα χωρίς αυτόν κάποτε γράφτηκαν σ’ ένα λειψό του κομματάκι που το λένε μυαλουδάκι
και σ’ ένα συναίσθημα ολόκληρο που αδυνατεί να ελέγξει
-και ίσως αυτό ποτέ τον σώσει.
Γιατί ελέγχουμε με το λειψό μας κι έτσι τα κάνουμε όλα λειψά,
ενόσω το ρολόι πάντα γυρίζει κι η φύση κάνει τους κύκλους
και το ενδεχόμενο να δέσουμε κι εμείς κάπου μαζί της θα ήταν σαφώς πιο υπαρκτό
αν ωριμάζαμε όπως τα σύκα και αν βρεθεί κάποιο χεράκι να μας κόψει έχει καλώς,
αν πάλι όχι σάπιοι από το γέρικο κλαρί που μας κρατούσε, να πέσουμε στο χώμα,
να ταΐσουμε το χώμα και το ρολόι να συνεχίσει να γυρνά και η ζωή να κάνει κύκλους
χωρίς εμάς, αλλά μ’ εμάς κάπως αλλιώς και δίχως την «εύνοια» της λειψάδας.
Έτσι κι αλλιώς τα άγνωστα πώς να τα κανονίσεις;

Αφέσου άνθρωπε και ζήσε και μάθε να πεθαίνεις
κι άσε τα πριν και τα μετά σε όποιον -σ' ό,τι- σου επιτρέπει το λειψό σου να πιστεύεις.

Σάββατο, Ιουνίου 13, 2009

Μην μου τους κύκλους τάραττε...

Η πόρτα χτύπησε κι ήταν αυτή η… πώς τη λέγανε;
Η τελευταία καψουρίτσα από τα μπουζούκια…
Ποιος ξέρει τι την έπιασε νυχτιάτικα και του κουβαλήθηκε χωρίς καν να ειδοποιήσει πρώτα.
Της έριξε μια ματιά νυσταλέα, αλλά με σαφή υπονοούμενα θυμού.
«Με πυροβόλησαν», ψέλλισε εκείνη και σωριάστηκε στα πόδια του.
Τότε παρατήρησε τα αίματα.
«Πάει το χαλί», σκέφτηκε με ολοένα και αυξανόμενο εκνευρισμό ,«θα με πρήξει η άλλη αύριο…»
Την έσπρωξε ελαφρά με το πόδι προς τα έξω,
έκλεισε σιγανά την πόρτα μην ξυπνήσει τους γείτονες
κι επέστρεψε στο ζεστό του κρεβάτι.

Παρασκευή, Ιουνίου 12, 2009

Σκέψεις-απαντήσεις προς θεωρητικούς & βιωματικούς παραλήπτες

Γιατί άραγε ζηλεύουμε, όταν μέσα μας βλέπουμε, ξέρουμε, πως ο άλλος μας αγαπά;
«Φοβόμαστε μην χάσουμε την αγάπη του», είναι η γρήγορη απάντηση.

Όμως… εγώ πιάνω τον εαυτό μου να ζηλεύει, χωρίς να έχω πλέον αυτόν το φόβο.
Πιστεύω πως ο άλλος μ’ αγαπά και πως δεν θα πάψει ποτέ να μ’ αγαπά, όπως κι εγώ εξάλλου.
Τι είναι αυτό που με κάνει να ενοχλούμαι τόσο από τις υπόλοιπες σχέσεις του;

[μικρό πηδηματάκι-κόλλημα]
Ένα πράγμα σίγουρα είναι το ψέμα. Με ενοχλεί απίστευτα να μου λέει ο άλλος ψέματα.
Από την άλλη πιθανώς αν μου πει την αλήθεια να εκραγώ, να επιτεθώ.
Δεν έχει σημασία… Ας αντιδράσω όπως θέλω… Κι ας αντιδράσει κι εκείνος όπως θέλει.
Τουλάχιστον δεν θα ζούμε μια ψευδοκατάσταση.

Κι αν δεν σου λέει ψέματα; Κι αν νομίζεις πως σου λέει ψέματα;

Το νοιώθω το ψέμα. Δεν είναι μόνο θέμα «λογικής» ανάλυσης.
Το νοιώθω στη μεταξύ μας σχέση, που κωλύεται, σέρνεται, κλοτσάει μόλις σκάσει μύτη το ψέμα.
Ακόμα κι όταν τίποτα δεν συνάδει προς την πεποίθηση πως ο άλλος λέει ψέματα.
Ή εν πάση περιπτώσει αποκρύπτει την αλήθεια ή την μασκαρεύει εντέχνως…. το ίδιο είναι.

(Ή μήπως πράγματι νομίζω;
Από μικρή κύριο μέλημά μου είναι μην τυχόν πιαστώ «μαλάκας».
Έχω αρχίσει πλέον ν' αναρωτιέμαι, αν έχει πια τόση σημασία αυτό…)

Κι ακόμα: δεν έχει το δικαίωμα να σου λέει ψέματα;

Ναι, το έχει, αλλά κι εγώ έχω το δικαίωμα να αντιδρώ στο ψέμα με οποιοδήποτε άλλο
αρνητικό συναίσθημα. Αυτός είναι ο στόχος;
[τέλος μικρό πηδηματάκι-κόλλημα]

Τι σχέση έχει το ψέμα; Αυτό σε κάνει να ζηλεύεις;

Όχι, είναι παλιός μου αυτοματισμός, είναι η ανάγκη μου για έλεγχο και αίσθηση ασφάλειας,
όμως αν κάποιος μ’ αγαπά ΤΩΡΑ, θα ήθελε να απαλλαγώ από τη ζήλια
-μέσω της ειλικρίνειάς του & της δικής μου αποδοχής των αναγκών του-,
κι όχι προσπαθώντας να προφυλάξει τον εαυτό του από την όποια αντίδρασή μου.

Τελικά δηλαδή ο άλλος φταίει, που εσύ ζηλεύεις;

Όχι βέβαια. Είμαι εντελώς υπεύθυνη για τα συναισθήματά μου.
Κι ο άλλος απολύτως ελεύθερος να πράττει όπως τον ευχαριστεί.
Σε καμία περίπτωση δεν είναι υποχρεωμένος στην «αποκλειστικότητα», επειδή εγώ νομίζω πως έτσι με βολεύει.
Αλλά χρειάζεται αφ’ ενός ειλικρίνεια κι αφετέρου… εμπιστοσύνη.

Περί εμπιστοσύνης θα έπρεπε να γράψω…
Θεωρώ πως όλοι λένε συνεχώς ψέματα… Και ίσως λένε…
Όμως εγώ δεν θα όφειλα να δείχνω περισσότερη εμπιστοσύνη στους ανθρώπους που αγαπώ;
Μάλλον εκεί παίζεται όλο το παιχνίδι…

Πέμπτη, Ιουνίου 11, 2009

Ο φίλος μου ο Δημήτρης...

Είχα έναν φίλο «καρδιακό» που λένε…
Χρόνια πολλά
[και δημιουργικά… να ‘στε καλά να τον χαίρεστε…]

Ήτανε μόνος, δήλωνε μόνος, εκ πεποιθήσεως έλεγε εργένης.
«Δεν έχω κέφι πια να ερωτευτώ…
Ποια να μου πει πια τι…»


Έτρεχε όμως από ‘δώ, έτρεχε κι από ‘κεί,
γιατί να τρέχει μια ψυχή άμα δεν ψάχνει κάτι τις να βρεί;
Κι η τύχη τού χτύπησε την πόρτα
σε μια συνάντηση φιλολογική!

[Ήθελε να με τραβολογά κι εμένα, πήγα μία φορά,
έλιωσα και με πήρε ο ύπνος στον καναπέ καθώς κάποιο γερόντιο διάβαζε…
τι σκατά διάβαζε; Ούτε θυμάμαι πια… αποσπάσματα από κάποιον φιλόσοφο,
κι ο «διάλογος» μετά είχε μεν πλάκα, λέγαν τρελές μαλακίες,
αλλά τα όρια μου είναι μικρά για τέτοια… ]

Γνώρισε εκεί λοιπόν μια νταρντανογυναίκα, στα 40,
που πολύ ενδιαφέρον έδειχνε για ό,τι κι αν της έλεγε,
τον «πίστευε» τυφλά, έτσι τουλάχιστον έδειχνε,
της έκοψε το κάπνισμα, της έκανε δίαιτα, την έβαλε να τρέχει…
coach κανονικότατος.

Τα λέγαμε όλα με το φιλαράκι μου…
που έμεινε με τη νταρντάνα κι έπαψε να ‘ναι φιλαράκι μου,
γιατί τα φιλαράκια είναι πάντα κι ερωτευμενάκια
κι όταν βρουν γυναίκα, η γυναίκα ξέρει και ξεκόβει
τις «κακές παρέες».

Κι έτσι πήγε στ’ αζήτητα άλλη μια σχέση μου ετών,
με έναν άνθρωπο «σοφό»,
που την αλήθεια όμως έκρυβε κι απ’ τον ίδιο του τον εαυτό.

Το μόνο που ζήταγε ήταν εντέλει
κάποιον τυφλά να τον πιστεύει.

Φαντάζομαι, πως τώρα πια θα ‘χουν χωρίσει…
γιατί κανείς ποτέ κανέναν στ’ αλήθεια
δεν πιστεύει.

Μακάρι νά 'ναι αυτοί η εξαίρεση
και νά 'ναι ακόμα ερωτευμένοι.
Του το εύχομαι ολόκαρδα μέσα απ' το μπλογκ…
του κάποτε, του φίλου μου του καρδιακού…
του Δημήτρη….

Κυριακή, Ιουνίου 07, 2009

Κυριακή (εκλογών)

Είναι Κυριακή, ημέρα εκλογών κι εγώ έχω ετοιμαστεί να υποδεχθώ την οικογένεια.
Οι εκλογές ήταν πάντα ημέρα συνάντησης.
Ψηφίζουν όλοι στην γειτονιά που μεγαλώσαμε -εγώ μένω ακόμα εδώ.
Παλιά μαζευόμασταν στη μάνα μου, τώρα σε μένα.
Θα πήξει το σπίτι στο πιτσιρίκι.

Χανόμαστε με τα χρόνια,
ο καθένας έχει τη ζωή του κι οι ζωές μας είναι πολύ διαφορετικές,
κυρίως, δε, ο τρόπος που βλέπουμε τις ζωές μας.

Μ’ αρέσει να τους συναντώ, μου θυμίζει(;) λίγο άλλες εποχές.
Όταν μαζευόμασταν σε ένα σπίτι, καθόμασταν και μιλούσαμε μέχρι το πρωί,
γινόμασταν όλοι λιώμα και κοιμόμασταν στα πατώματα.

Τώρα όλα είναι πολύ «κυριλέ» και ελεγχόμενα.
«Τα νέα σου; Τα νέα μου; Ναι... αυτά... Τα ίδια...»

Άντε να έχει χτιστεί κανά σπίτι, να έχει κλείσει καμιά μεγάλη δουλειά,
τα παιδιά γεννηθήκανε, βαφτιστήκανε, μεγαλώσανε·
τα παρακολουθούμε απλά να λυσσομανάνε γύρω μας.

Κι εμείς μένουμε να σχολιάζουμε τα «πρωτοφανή» πρόσωπα της επικαιρότητας,
τα σημάδια του χρόνου πάνω μας
και τους παλιούς μας φίλους...

synas

Swedish (verb):

have as appearance; to appear, to seem
to be visible
to meet each other (by happenstance)

Σάββατο, Ιουνίου 06, 2009

Λέμε τώρα...

Δεν βλέπεις, δεν ξέρεις… μην φαντάζεσαι…
δεν μπορείς να αντιληφθείς με το μυαλό…
είναι μόνο κάτι στιγμές ενορατικές, που σα να βλέπεις πέρα…
Το πέρασμα είναι φωτεινό…
Η συνέχεια ανυπαρξία…
μία κατάσταση διάχυσης… δίχως μορφές…
η αίσθηση, αυτή της απόλυτης ακινησίας μέσα σε όχημα πάρα πολύ γρήγορο….
που λόγω ταχύτητας όλα τα νοιώθεις σταματημένα.
No time, no space.
Η ανυπαρξία είναι κι αυτή μια κατάσταση ύπαρξης.
Ποιος μπορεί να συλλάβει το μηδέν;


Πάντα όμως υπάρχει κι η γλυκιά εκδοχή των αγγέλων :)


Παρασκευή, Ιουνίου 05, 2009

Γεια μας

Τα καπάκια από τις μπύρες κροτάλισαν,
καθώς κλότσησα ένα από αυτά πάνω στα υπόλοιπα.
Πόσα ακόμα; αναρωτήθηκα.
Πόσο θα επιμένεις σε κάτι που μόνο κακό σου κάνει;
«Αυτά τα καπάκια είναι η ζωή σου», άκουσα μια φωνή από το υπερπέραν,
«εσύ υπάρχεις κι αυτά… Όλα τα άλλα είναι ένα όνειρο, μια ψευδαίσθηση…
Ακολούθα τις αυτοκαταστροφικές σου τάσεις… μόνον αυτές θα σε σώσουν»
Ο Θεός είναι ψυχοπαθής, σκέφτηκα, και συνέχισα να πίνω…

Πέμπτη, Ιουνίου 04, 2009

Τραγικά ηλίθιοι

Άλλος το παίζει έξυπνος, γαμάμε εγκεφάλους,
Άλλη το παίζει γκόμενα κι όποιος τυφλός ορίσει,
Άλλη ασυναρτησίες συναρμολογεί,
Άλλοι της απαντάνε κιόλας,
Άλλη αντιγράφει απ’ όπου βρει,
Άλλος την πίκρα του βοεί…

Και όλοι τα κάνουν όλα γενικώς, στόχος προσωπικός ουδείς,
πλην της δημοτικότητας, της ακροαματικότητας, της αναγνωσιμότητας
και ίσως κι ενός σπόνσορα. Άντε κι ένα γαμήσι.

Βασικά…
κάθε μαλάκας ψάχνει για κάποιον ακόμα πιο μαλάκα.


Τετάρτη, Ιουνίου 03, 2009

Πάρε τ' αχνάρια μου…

















Οι άνθρωποι πεθαίνουν κι αφήνουν πίσω τους μονάχα μίαν ανάμνηση, κάποιες φωτογραφίες
και το στίγμα τους στους εναπομείναντες.
Στίγμα;
Κάτι περίπου σαν μικρόβιο;
Σαν ανεξίτηλο σημάδι;
Σαν λανθάνουσα κληρονομική νόσο;
Σαν το σημείο τομής δύο γεωγραφικών συντεταγμένων;
Μία «σφραγίδα»;

Ναι, κάποιοι γίνονται φορείς και μεταφέρουν το στίγμα.

Μικρόβιο…
Θυμάμαι στον «Όταν ο ήλιος…» που το λάτρευα πιτσιρίκα, έλεγε η επίσης πιτσιρίκα ηρωίδα:
«Μα πώς είναι δυνατόν να φοβάσαι κάτι τόσο μικρό όπως ένα μικρόβιο; Εγώ δεν φοβάμαι ούτε τους σκύλους!»
Ναι, κάποτε είχαμε άγνοια του κινδύνου.
Δεν φοβόμασταν την επιρροή των άλλων, που οι γονείς μας έτρεμαν για ‘μάς.
«Με ποιους θα είσαι, παιδί μου; Μην είναι τίποτα αλήτες;»

Η μάνα μου για κάποιον περίεργο λόγο δεν έτρεμε και μού ‘δειχνε και μένα εμπιστοσύνη.
Ερχόταν η ίδια σε επαφή με όλα τα «μικρόβια» του κόσμου και πίστευε πως δεν κόλλαγε.
Εγώ όμως την παρακολουθούσα να αρρωσταίνει βουβά και κυρίως να αλλάζει.
Να χάνει λίγο-λίγο τη μαχητικότητά της και να παραδίδεται στο έλεος των γενικευμένων, των ασφράγιστων μικροβίων.
Ακόμα κι αυτού που λένε «Θεός».
Να εξαρτάται μέσα της κι έξω της και να πανικοβάλλεται στο δωμάτιο της εντατικής από επίδοξους δολοφόνους.
Ο κάποτε ανεκδήλωτος φόβος στο τέλος είχε τερατωθεί.

Δεν ήταν σαν τη θεια μου, που συνειδητά υποστηρίζει:
«Αυτός μόνο θλίψη θα σου φέρει, παιδί μου… άστον να πάει στο καλό…»

Μοιάζω περισσότερο στη μάνα μου… έρχομαι σ’ επαφή με τα μικρόβια,
μόνον που αποφεύγω τις μεγάλες συγκεντρώσεις, γιατί η κοινή γρίπη δεν με σκοτώνει,
αλλά με κάνει να σέρνομαι και μου δημιουργεί μιαν ανεξήγητη θολούρα.
Έναν-έναν ενίοτε τους συναντώ με μια κρυφή δυσαρέσκεια…
Όσο για τη θλίψη… δεν θα μου τη φέρει ο άλλος… μπορώ να του τη φέρω κι εγώ, δεν τρέχει τίποτα.
Το κυνήγι της χαράς μού κάνει λίγο ίδιον των υπερκινητικών παιδιών.

Κουβαλάω λοιπόν το στίγμα λίγων· όσων αγάπησα.
Δεν χρησιμοποιώ τις λέξεις τους να δείξω πως μ’ έχουν αγγίξει
[μα τι άκρα γελοιότης είναι αυτή; Δεν ντρέπεσαι λίγο να μιλάς με τα λόγια του άλλου;]
Απλά τους κουβαλώ μέσα μου και θα τους κουβαλώ κι όταν πια θα έχουν φύγει.
Όπως έχει φύγει η μάνα μου.
Και το στίγμα τους θα το πάρουν και τ’ ανίψια μου, θα το πάρετε ίσως κι εσείς που αφελώς διαβάζετε αυτές τις αράδες.
Και κάπως έτσι θα γίνουν αθάνατοι και θα τους εντοπίζουν σαν μικροκύματα αρχέγονου φωτός ανάμεσα στα φώτα της λαμπερής πόλης…