Φυλάξου
-όχι γιατί δεν είχες τη δύναμη
ν’ ανταποδώσεις·
αυτό το διέκρινα από την αρχή-,
αλλά γιατί με μόλυνες
με το φθόνο σου,
μ’ αυτήν την παλίνδρομη σύγχυση
μεταξύ του τι είσαι
και τι θα ήθελες
απελπισμένα και αμείλικτα
να είσαι·
εγώ, αυτή, αυτός
έτσι -όχι έτσι, αλλιώς.
Μπροστά σε τέτοιον κανιβαλισμό
δεν μένει ακέραια καμιά αρετή,
καμιά συνονόματη της αγάπης.
(Φυλάξου)