Header Painting by Agapi Hatzi

Τετάρτη, Οκτωβρίου 31, 2007

Δίλημμα


Όταν υπάρχει σύγκρουση συναισθηματικών συμφερόντων…
Όταν η λύπη σου -αν την κρύψεις καλά- μπορεί να προσφέρει μία στάλα χαράς·
μα μετά μεγαλώνει…

Τι βαραίνει περισσότερο;
Η αποφυγή της λύπης σου ή η επιδίωξη της χαράς του άλλου;

(Όχι… Δεν παίρνεις πάντα χαρά, όταν δίνεις χαρά·
αν ήταν έτσι, θα γινόμασταν όλοι Εθελοντές της Αγάπης…)
...

Τρίτη, Οκτωβρίου 30, 2007

Οι πληγές…


Υπάρχει άραγε άλλος τρόπος από τον οδυνηρό τρόπο, για να δεις κάτι μέσα σου;
Για ν’ αναγνωρίσεις τις πλάνες και τις αυταπάτες σου;
Μπορούν τα χαμόγελα και οι καλές προθέσεις να σε γιατρέψουν;

Από μικρή έβλεπα, πως οι αλήθειες πονούν κι απομακρύνουν.
Οι αλήθειες που αφορούν σε σκοτεινές πλευρές μας.
Κανείς σχεδόν δεν αποδέχεται την παρεμβατική (διεισδυτική συνηθίζουν να τη λένε) ματιά, όσο καλοπροαίρετη κι αν είναι. Γιατί απλούστατα πονάει.
Σε εξαναγκάζει να δεις κι εσύ κάτι, που δεν σε βολεύει, δεν σε «συμφέρει» να δεις.

Αχ και να ξέραμε το αληθινό μας συμφέρον…
Ότι δεν έγκειται στα μαξιλαράκια μας, αλλά στις κρυφές μας πληγές.
Σ’ αυτές που τεχνηέντως κρύβουμε και δεν αφήνουμε να επουλωθούν ποτέ.


Και ο γιατρός…


Οι κρυφές μας πληγές είναι ύπουλες και παραμένουν σχεδόν ασυμπτωματικές μέχρις ότου αντιληφθούμε τυχαία ή από κάποιες άσχετες φαινομενικά ενδείξεις, πως κάτι δεν πάει καλά. Ή αν κάποιος έμπειρος νους τις «μυρίσει» και μας ρωτήσει από πού προέρχεται αυτή η μυρωδιά. Ή χειρότερα: αν μας υποδείξει από πού προέρχεται αυτή η μυρωδιά. Εκεί μπορεί και να πέσουμε να τον φάμε τον αδιάκριτο εισβολέα των μέσα μας.

Τους «γιατρούς» τους φοβόμαστε… Ενίοτε τους μισούμε κιόλας. Πάντα βρίσκουν πως κάτι έχουμε, παίζουν με πράγματα σημαντικά, με την ίδια μας τη ζωή και το χειρότερο: πώς να εμπιστευτείς σ’ έναν άλλον άνθρωπο -τόσο αδύναμο κατ’ ουσίαν όσο κι εσύ ο ίδιος, πλην λίγο πιο «σπουδαγμένο»- ό,τι πολυτιμότερο;

«Χαλάρωσε», σου λένε… «Όσο αντιστέκεσαι, τόσο περισσότερο πονάς…»

Και χώνουν τα όποια όργανά τους στα πιο απόκρυφα σημεία σου και κοιτάζουν ερευνητικά ό,τι εσύ δεν έχεις δει ποτέ κι ούτε έχεις ιδέα πώς είναι -ή πώς θα έπρεπε να είναι. Σου δείχνουν στην οθόνη τις πληγές σου και δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Το μόνο που ηχεί στ’ αυτιά σου είναι: «Έχεις πρόβλημα! Έχεις πρόβλημα!» Και ο φόβος…

Κι αρχίζεις και ψάχνεσαι, να μάθεις… Ποια τα συμπτώματα, ποιες οι αιτίες, ποία η πρόγνωση; Μπορείς να γιατρευτείς; Αξίζει να υποβληθείς σε θεραπεία ή καλύτερα να τ’ αφήσεις ως έχει κι ό,τι γίνει; Δέχεσαι να θυσιάσεις ένα σου κομμάτι, ακόμα και άρρωστο και απονεκρωμένο, για να μπορέσεις να μείνεις ο υπόλοιπος όσο το δυνατόν υγιέστερος; Ο πόνος; Ο πόνος αξίζει τον κόπο;

Τον «γιατρό» θα τον πληρώσεις σε κάθε περίπτωση. Θα σε υποβάλει στις δοκιμασίες του, θα σου κάνει την αξιοπρέπεια ρετάλια, θα σε πετσοκόψει χωρίς βέβαιο αποτέλεσμα κι εσύ θα τον πληρώσεις σε κάθε περίπτωση. Τον υποπτεύεσαι και σχεδόν τον αντιπαθείς μέχρι να δεις, πως όλα πήγαν καλά και η άλλοτε κρυφή πληγή έγιανε κι επουλώθηκε. Τότε και μόνο τότε τον κοιτάζεις στα μάτια με ένα ειλικρινές χαμόγελο και του λες «Σ' ευχαριστώ».

Δευτέρα, Οκτωβρίου 29, 2007

Πού διάολο είναι αυτή η μέση οδός;

Τι διαλέγει κανείς
μεταξύ θυμού και κατάθλιψης;

Αυτά τα δύο είναι μάλλον
οι κλασικές εκδηλώσεις
των δύο εκ διαμέτρου αντίθετων ψυχολογικών τάσεων:
της εμπλοκής και της φυγής.

Όταν εμπλέκεσαι, τσαντίζεσαι.
Πάει και τελείωσε.
Εκτός αν είσαι γκουρού.
Αλλά οι γκουρού
ως επί το πλείστον δεν εμπλέκονται.
Άσε που για να επιβιώσεις,
χρειάζεσαι και μια άλφα επιθετικότητα.

Με την φυγή απομονώνεσαι, πέφτεις σε αδράνεια και δεν ασχολείσαι με την επίλυση των προβλημάτων. Τα αποδέχεσαι, τα απωθείς, ξέρω ‘γώ τι τα κάνεις… Σίγουρα δεν τα αντιμετωπίζεις. Βέβαια -πάλι για να επιβιώσεις-, χρειάζεσαι και μια γερή δόση απάθειας.

Συνήθως οι άνθρωποι ανήκουν σε ένα από τα δύο στρατόπεδα. Προσωπικώς παλινδρομώ.
Σε κάθε περίοδο ζωής, έχω διαφορετική ανάγκη αντίδρασης.

Πάντως ο θυμός μού φαίνεται πιο υγιής. Πιο ζωντανός.
Το άλλο είναι… μισός θάνατος. Φυτοζωώ, που λένε; Αυτό…
Δε λέει για μεγάλα διαστήματα.

Θα μου πείτε, υπάρχει και η χαρά της ζωής, η ήρεμη ματιά στα πράγματα…
Ναι… Δεν το έχω δει όμως σε κανέναν αυτό -ειδικά μετά από κάποια ηλικία.
Όταν έχεις να κάνεις με όλα τα παλαβά που συμβαίνουν γύρω μας, δεν μπορείς να είσαι ήρεμος και χαλαρός. Μόνο απαθής. Καταθλιπτικός. Αλλιώς θυμώνεις.

Α, ψέματα… Υπάρχει και η περίπτωση να είσαι ηλίθιος -ιδιώτης- και να σου φαίνονται όλα μια χαρά. Ή πως δεν σε αφορούν. Αλλά αυτό δεν αποτελεί αμιγώς ψυχολογικό φαινόμενο…

Παρασκευή, Οκτωβρίου 26, 2007

Δεν πάω πουθενά, πουθενά…


Σε στοά μυστική, σ’ ένα καφενεδάκι χαμένο μέσα στις πτυχές του χρόνου, σε βρήκα να σκαλίζεις τη χόβολη.

Πώς έφτασα άραγε ως εκεί;

Τ’ άρωμα ενός σπάνιου χαρμανιού σιγόβραζε στις καυτές σου στάχτες. Άγγιξε τα ρουθούνια μου, ενόσω ακόμα ήμουνα στην αγορά. Σαν υπνωτισμένη ακολούθησα τον αόρατο μίτο σου και βρέθηκα χαμένη μέσα στα δαιδαλώδη σοκάκια.

Έμοιαζες μ’ άντρα, μα ήσουν στ’ αλήθεια γυναίκα. Γύρισες και με κοίταξες μ’ εκείνο το μειλίχιο βλέμμα της παραίτησης:

«Μην κάτσεις, γλυκιά μου… Είναι δηλητήριο»,
ψιθύρισες κι έπιασες ν’ ανακατεύεις με προσήλωση το μεθυστικό κατασκεύασμα μέσα στο μπακιρένιο μπρίκι.

«Θέλω να δοκιμάσω», είπα. «Μυρίζει τόσο ωραία…»

«Δεν μπορώ να στ’ αρνηθώ»,

μου απάντησες μάλλον αδιάφορα, με μάτια όμως διερευνητικά.
«Όποιος φθάνει σ’ αυτό το μέρος, δικαιούται να επιλέξει. Να κάτσει ή να φύγει. Να πιει ή να μην πιει. Όμως να ξέρεις: σαν δοκιμάζεις, η ψυχή σου αρχίζει να καίει όπως η ίδια η χόβολη και δεν ξανακαταλαγιάζει παρά μόνο εάν πίνεις συνέχεια, συνέχεια, συνέχεια, μέχρι να συνηθίσεις την κάψα. Μόνο τότε θα μπορέσεις ν’ απολαύσεις τη γεύση. Αλλά τα σωθικά σου δεν θά 'ναι ποτέ πια τα ίδια»
.

Μιθριδατισμός, σκέφτηκα, λέγεται αυτό· με τίμημα και μ' αντίκρυσμα. Και άνθρωπος ούτως ή άλλως του ριζώματος, των καταχρήσεων και των εθισμών, ούτε που το σκέφτηκα καθόλου:

«Βάλε, κυρά, μια κούπα μεγάλη και χρέωσέ με όσο κι όσο. Δεν πρόκειται να φύγω σύντομα από ‘δώ. Μ' έσυραν από μόνα τους τα βήματά μου· και δεν τους λέω όχι…»

Πέμπτη, Οκτωβρίου 25, 2007

Nip-Tuck: οι Άνθρωποι-Παιδιά










Έχετε δει ποτέ τους χειρουργούς τη νύχτα; Nip-Tuck; Γαμάτοι…
Είναι κι οι δυο πάρ’ τον έναν, χτύπα τον άλλον.
Ο ένας είναι σχολαστικός, τελειομανής, σπασίκλας και «καλό παιδί».
Ο άλλος είναι όλα για την πάρτη μου, γαμάω και δέρνω κι όποιος αντέξει.

Η πλάκα είναι, ότι γίνονται και συμπαθείς!
Γενικώς, όλοι οι ήρωες κάνουν ΤΙΣ χοντράδες και γίνονται και συμπαθείς.
Πολύ μ’ αρέσει αυτό!

Μες στην αμερικανιά του και τη χλίδα του, το σήριαλ παρουσιάζει απίστευτα ελαττωματικούς χαρακτήρες και κανείς δε νοιάζεται τελικώς γι’ αυτό.
Γιατί απλούστατα «αλλάζουν».

Εν πάση περιπτώσει…

Είχα ερωτευτεί κάποτε έναν σαν τον «κακό». Ξέρετε, απ’ αυτούς που κάθε νύχτα πηδάνε διαφορετική γκόμενα και την επόμενη «Μην τον είδατε τον Παναή». Δεν πούλαγε όμως αγάπες και λουλούδια. Μ’ αυτούς ξέρεις τουλάχιστον πού πατάς και πού βαδίζεις. Με λίγη επιδεξιότητα μέχρι και βόλτα τους φέρνεις.

Τους άλλους, τους υποκρίταρους, που το παίζουν γλυκείς κι ευαίσθητοι, και η μοναδική κινητήρια δύναμη της ζωής τους είναι η ανασφάλεια και τα κόμπλεξ, δεν τους κάνεις καλά με τίποτα. Είναι περιπτώσεις κατευθείαν για το μπαουλοντίβανο του Freud.

Σκατά κι απόσκατα… Οι μόνοι καλοί σύντροφοι είναι οι εκπαιδευμένοι σύντροφοι. Αυτοί, που τους παίρνεις από μικρούς και τους φτιάχνεις. Και σε φτιάχνουν.

Μάλλον γι’ αυτό όλες οι «κυρίες» της καλής κοινωνίας βρίσκουν τεκνά. Δεν είναι για τους σφιχτούς κώλους (μόνο), αλλά και που είναι ακόμα εκπαιδεύσιμοι. Τα ίδια βέβαια ισχύουν και αντιστρόφως. Αν και οι άντρες προτιμούν να επιβάλλονται στα ίσα… Με όποιον τρόπο διαθέτει ο καθένας.

Για ισότιμες συντροφικές σχέσεις δύσκολα τα πράγματα μετά από κάποια ηλικία. Ο καθένας με το μακρύ του και το κοντό του και χαιρετίσματα. Και το παιχνίδι εξουσίας -όσο μεγαλώνεις- γίνεται όλο και πιο βαρετό…

Θέλει να είναι κι οι δύο άνθρωποι-παιδιά, για να πετύχει μία σχέση· ανοιχτοί στις αλλαγές, στα σκαμπανεβάσματα, στην κατάρρευση των «αληθειών» τους… Τα απολιθώματα απλά δεν μπορούν να κάνουν σχέσεις. Στέκονται εκεί ακίνητα, το ένα απέναντι στο άλλο και κοιτιούνται καχύποπτα. Το πολύ-πολύ κάποια ριπή του ανέμου να τα ρίξει το ένα πάνω στο άλλο και να γίνουν και τα δύο θρύψαλα…

Τετάρτη, Οκτωβρίου 24, 2007

Aφυδάτωση















Όταν σου ζητάει κάποιος νερό, σημαίνει πως διψάει. Στα σίγουρα.
Κι επίσης, πως διψάει τώρα. Όχι αύριο.
Αν δεν πιει εγκαίρως νερό, θα λυσσάξει.

Όταν σου ζητάει κάποιος νερό, δεν του λες:
«Έχω ένα σοβαρό project τώρα. Μόλις ξεμπερδέψω, θα σου φέρω»
Ούτε:
«Θα το σκεφτώ, αν πράγματι διψάς και αν όντως πρέπει να πιεις νερό»
Το μόνο που μπορείς να πεις είναι:
«Σήκω να πας να βάλεις μόνος σου»

Πάντως σίγουρα:
Όταν σου ζητάει κάποιος νερό, σημαίνει πως διψάει. Τώρα.

Αν ήσουν το υπηρετικόν του προσωπικό, θα σου έβαζε τις φωνές.
Αν πάλι ήσουν το αφεντικό του,
θα πήγαινε να πιει μόνος του και θα σού ‘φερνε κι εσένα ένα ποτήρι.

Αν είσαι όμως ισότιμος και κάποιος σου ζητάει νερό,
σου ζητάει ουσιαστικά μια χάρη.
Να κάνεις για ‘κείνον κάτι, που χρειάζεται.
Έχει τόση σημασία, αν μπορεί να το κάνει και μόνος του;
Κάποιον λόγο θα έχει για να στο ζητάει.
Ακόμα κι ότι εκείνη τη στιγμή απλώς βαριέται να σηκωθεί…

Αν βέβαια, σου ζητάει συνέχεια νερό κι αυτός δεν σου φέρνει ποτέ,
καλά θα κάνεις να τον στείλεις στο διάολο.
Αν όμως εκείνος, όποτε ζητάς σου φέρνει,
κι εσύ τον έχεις συνεχώς στο να το σκεφτώ και στο περίμενε
-γιατί τελικώς σου είναι αδιάφορο το γεγονός ότι διψάει και μάλιστα ΤΩΡΑ-,
καλά θα κάνει να σε στείλει εκείνος.

Απλά τα πράγματα…

Τρίτη, Οκτωβρίου 23, 2007

Όλα για έναν
















Νομίζω, πως πραγματική μας ανάγκη και κίνητρο
είναι να αρέσουμε σε έναν άνθρωπο κάθε φορά.
Θέλουμε να αρέσουμε σε πολλούς, μόνο όταν είμαστε αναποφάσιστοι,
ώστε να έχουμε το δικαίωμα της επιλογής.

Αν δεν υπήρχε η προοπτική του ενός, ίσως να μην δίναμε καμιά σημασία.
Ίσως να ήμασταν παντελώς αδιάφοροι για την εικόνα.

Λένε πως οι γυναίκες φτιάχνονται για τις άλλες γυναίκες.
Παρεμπιπτόντως είναι όλα αυτά.
Για έναν άντρα φτιάχνονται. Πραγματικό ή εν δυνάμει.

Μια γυναίκα -μα κι ένας άντρας-, που έχει ήδη επιλέξει
και χάνει κάθε ελπίδα μ' αυτόν που έχει επιλέξει, αφήνεται.
Κάποιες εξωτερικές περιποιήσεις τις συνεχίζει πιθανώς ως αυτοματισμούς.

Μέσα της/του όμως κλαίει.
Κι όταν κλαις δεν σε νοιάζει, αν τα μάτια σου είναι κόκκινα…
...

Δευτέρα, Οκτωβρίου 22, 2007

Στενές επαφές αγνώστου τύπου

Σε ύψωμα αρχιπελάγους,
σε σπάνιο καιρικό φαινόμενο,
σε μια ομιχλώδη παρέλαση αρχέγονων δαιμονίων,
άγγιξε αυτό που πολλοί αρέσκονται ν’ αποκαλούν Θεό.

Τα χνάρια του χρόνου έσβησαν
και ήχησε σιωπηλά το Πάντα.
Όλα τα μυστικά της ύπαρξης φώλιασαν
μέσα σε έναν κόκκο της διάχυτης ψυχής του.

Τα σύννεφα ξάφνου αραίωσαν
κι άφησαν στη νεοφώτιστη ματιά του
μονάχη την τεράστια, ολόγιομη Σελήνη
και μια αιγαιοπελαγίτικη εκκλησιά.

Πήραν μαζί την δάνεια Μελλομνήμη του.
Η ατομική του ύπαρξη συσπειρώθηκε και πάλι.

Η στιγμιαία επαφή είχε γονιμεύσει όμως τον σπόρο.

Μπορούσε πια να δραπετεύει από το Μεταξύ
και να επιστρέφει εσωτερικά
στην παρήγορα απέλπιδη αίσθηση
του Όλου και του Τίποτα.
...

Σάββατο, Οκτωβρίου 20, 2007

Εγώ είμαι εγώ




















Συνέχεια τρίτη λοιπόν.

Εγώ είμαι εγώ.
Μία και αδιαίρετη.
Ο κάθε μου εαυτός είναι μία άλλη έκφανση
της ίδιας πάντα οντότητας,
που σε διαφορετικό χώρο και χρόνο
δεν μπορεί παρά να είναι αλλιώς.

Εγώ είμαι εγώ.
Με σέρνει η Συνήθεια, τη σέρνω και εγώ.
Δεν με σέρνουν όμως διανοητικά ρεφρέν.
Κι αυτή η ίδια η Συνήθεια εγκαθιδρύθηκε κάποτε στην πορεία·
πριν από αυτήν ήμουνα πάλι εγώ.
Ίσως και να την κουβαλούσα μέσα στα κύτταρά μου.
Ποιος ξέρει; Να ένα από τ’ άλυτα «γιατί».

Εγώ είμαι εγώ και έχω δει έργα πολλά.
Μα κάποιες φορές, σαν είμαι κουρασμένη,
μ’ αρέσει να βλέπω όσα έχω ξαναδεί.
Να γνωρίζω τις ατάκες, να γνωρίζω και το τέλος,
να μην με περιμένουνε εκπλήξεις κι ούτε να περιμένω.
Αφήνω να με νανουρίζουν οι γνώριμες φωνές.
Μόνο σαν είμαι κουρασμένη…

Εγώ είμαι εγώ.
Μα έχω διάφορες πλευρές.
Θηλυκές κι αρσενικές. Έξυπνες και χαζές.
Μαύρες, άσπρες, γκρι και ροζ κι όλης της γης τα χρώματα.
Κάθε μια εκ περιτροπής με οδηγεί.
Όλες δικές μου είναι· παλεύουνε, φιλιώνουν, αγαπιούνται.
Και πάμε πάλι απ’ την αρχή…

Εγώ είμαι εγώ.
Και δεν με πειράζει διόλου που είμαι εγώ.
Αυτό μου έλαχε· ευτυχώς ή δυστυχώς.
Είμαι μία και αδιαίρετη
και προχωρώ μέσα στο χώρο και στο χρόνο
παίζοντας μ’ αυτό που είμαι και πάντα -όσο υπάρχω- θά 'μαι.
Παραλλαγές σε ένα θέμα.

Εγώ είμαι εγώ…

Παρασκευή, Οκτωβρίου 19, 2007

Me, myself and I













Σαν θέλω να μιλήσω για το παρελθόν
παίρνει το λόγο ο τότε μου εαυτός.
Δεν με αφήνει να βγάλω τσιμουδιά.

Πώς ένοιωθε εκείνος, πώς τά ‘βλεπε εκείνος…
Όλα μες απ' τα μάτια τα δικά του.

Σαν όμως μπει καμιά φορά η ερώτηση «Γιατί;»
εκεί τα μπλέκει, κάνει τον αδιάφορο και λέει
«Βαριέμαι… Απάντα το αυτό εσύ…»

Πέμπτη, Οκτωβρίου 18, 2007

Αν είναι να χαθείς, θε να χαθείς…














Ήταν πάντα ξένη. «Ούτε ψάρι, ούτε κρέας», συνήθιζε να λέει. Ζούσε μια ζωή αλλόκοτη. Για τους γύρω της τερατώδη. Όλοι ακόμα αναρωτιούνται, πώς επέζησε από ‘κείνη την εποχή. Την τόσο μακρινή πια… Κι όμως… εκείνα τα χρόνια του πλήρους χασίματος τής έδωσαν πίσω την εμπιστοσύνη στον άνθρωπο, που της είχαν κλέψει κανα-δυο χρόνια πριν τα παιδιά της καλής κοινωνίας.

Κοριτσάκι ακόμα -ήταν, δεν ήταν στα 17- τριγύρναγε τις νύχτες στα Εξάρχεια μ’ ένα πεντακοσάρικο στην τσέπη. Καθόταν στη μπάρα μονάχη, έπινε φθηνά ποτά κι αναβόσβηνε τσιγάρα. Μιλούσε με όλους, χόρευε νωχελικά πάνω στο ετοιμόρροπο σκαμπό της κι έπαιρνε πάντα τα κλειδιά από τα μαγαζιά, σιγοτραγουδώντας και τρικλίζοντας πάνω στα ψηλοτάκουνά της…

Ξημερωνόταν με αγνώστους, πότε στα πατσατζίδικα της Αθηνάς, πότε σε κάτι περίεργα loft-παλιές βιοτεχνίες, πότε ξαπλωμένη στα παγκάκια της πλατείας… Ένα πρωί ξύπνησε μέσα σ’ ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι υπό κατάληψη, περιτριγυρισμένη από ζάκια. Ένας βάραγε την στιγμή που άνοιξε τα μάτια της, σ’ ένα χέρι μπλαβιασμένο και πληγωμένο από πάνω ως κάτω. Εκείνη τη μέρα ξέρασε στη βρώμικη τουαλέτα, κάτι που δεν της συνέβαινε συχνά. Είχε γερό στομάχι…

Δεν θυμάται πια τις φάτσες όλων αυτών των ανθρώπων. Θυμάται μόνο κάτι γραπτά… Κουβαλούσε πάντα μαζί της την τσάντα του σχολείου. Μια ανοιχτόχρωμη, δερμάτινη από ‘κείνο το δέρμα που έφτιαχναν τα σανδάλια στο Μοναστηράκι. Εκείνο που για πάντα κουβαλάει πάνω του τη μυρωδιά του ζώου που σφάξανε για να το φτιάξουν. Όλη της η περιουσία εκεί μέσα: τα βιβλία της, τσιγάρα και χαρτάκια διαφόρων ειδών, από κόλλες τετραδίου έως χαρτοπετσέτες όπου έγραφε πάνω τις μεθυσμένες της σκέψεις.

Ακόμα έχει και ξαναδιαβάζει εκείνο το μπιλιετάκι, που της είχε χώσει μες στην τσάντα ένας «φιλαράκος», ο θηλυπρεπής ξανθοβαμμένος που την κουβάλησε ως το παλιό σπίτι: «Είσαι ο γαλάζιος μου άγγελος»… Ανέκαθεν τραβούσε πάνω της παράξενα όντα, ερμαφρόδιτα, που διατίθονταν να εγκαταλείψουν τα παλιά τους χούγια για πάρτη της. Πόσες φορές είχε ακούσει εκείνο το «Άλλαξα»!

«Δεν είμαι εγώ αυτή που θα σε σώσει, γλυκέ μου…»

Δεν άφηνε να την πολυαγγίζουν… Ξενοκοιμόταν μπρούμυτα, με τα χέρια να κρύβουν επιμελώς τα υπερανεπτυγμένα της στήθη να μην ξεχειλίζουν δεξιά-αριστερά και προκαλούν. Κανένας δεν την πείραξε δίχως τη θέλησή της, κανένας δεν της έριξε «πράγματα» μες στο ποτό. Όλα εκείνα τα λεγόμενα αποβράσματα της κοινωνίας -που ποτέ βέβαια δεν την είδαν και ως δικιά τους- τη σέβονταν με έναν τρόπο που δεν διέκρινε συχνά στα μάτια των «καλών παιδιών». Την πρόσεχαν σαν τη μικρή μασκότ του ναυαγισμένου τους κόσμου…

Και κάθε πρωί, νωρίς-νωρίς, τη συνόδευαν μ’ ένα μαστουρωμένο χαμόγελο στα χείλη ως την πλατεία να πάρει το λεωφορείο της. Προς τα πάνω… Να πάει να κοιμηθεί στις ευρύχωρες τουαλέτες του high σχολείου της. «Chao bambina…», της έγνεφαν, καθώς απομακρυνόταν αργά προς τον άλλο της κόσμο. «Τα λέμε ξανά το βράδυ…»

Τετάρτη, Οκτωβρίου 17, 2007

Όλα για σένα, παιδί μου...


Ακούω στα πεταχτά στατιστικές:

Μόνο οι πιτσιρικάδες περνάνε καλά, που δεν δουλεύουν και τ' αρπάνε απ' τους γονείς τους
(άσε που είναι μες στην καλή χαρά και περνάνε με σχετικά λίγα...)

Όλοι οι υπόλοιποι δεν έχουν είτε λεφτά είτε χρόνο -για διακοπές και τέτοια.
Αλλά και να βρούν ό,τι τους λείπει, δεν έχουν διάθεση.
Πού να τρέχουν τώρα... να τρώνε και στη μάπα όλη μέρα το έτερον ήμισυ.

Προτιμούν να τα χώνουν στα βλαστάρια τους, να δικαιολογούν κιόλας την ύπαρξή τους...


(Δεν άντεξα πολύ απ' ό,τι βλέπετε...)
...

Σάββατο, Οκτωβρίου 13, 2007

Ψιλοαναστολή

Την τελευταία εβδομάδα έχουν συμβεί απανωτές παρεξηγήσεις. Πολλοί παρερμηνεύουν αυτά που λέω, ακόμα και φίλοι. Και επειδή η ζωή μού έχει διδάξει, πως όταν κάτι συμβαίνει με πολλούς, δεν ευθύνονται συνήθως οι άλλοι αλλά εσύ, θα σταματήσω για λίγο να μιλάω (ή μάλλον να γράφω). Μπας και βρω τι φταίει. Φιλιά σε όλους.

Τον Κινέζο...



















Έβλεπα σήμερα στον ύπνο μου ένα κορίτσι, που έχω να το δω χρόνια. Μια γειτόνισσα απ’ το εξοχικό, καλό κοριτσάκι. Για κάποιον όμως πολύ περίεργο λόγο, στο όνειρο δεν ήταν καθόλου καλό κοριτσάκι. Ήταν ένα άθλιο κοριτσάκι, το οποίο είχε πιάσει ένα διαμέρισμα στο κέντρο της Αθήνας για να σπουδάσει και έκανε τα πάντα προκειμένου να «πάει μπροστά». Κατ’ αρχήν πηδιόταν, λέει, με ένα γέρο καθηγητή, για να περνάει τα μαθήματα και να της προσφέρει μια πιο «αξιοπρεπή» ζωή.

Οι αρχές της συμπυκνώνονταν στο «ό,τι μας βολεύει, ό,τι μας συμφέρει». Άκουγε λαϊκά της λεωφόρου Βάρης-Κορωπίου -μια και το πατρικό της ήταν στο Κορωπί- κι οι γονείς της γεμάτοι υπερηφάνεια παρακολουθούσαν την ευγενή εξέλιξη του φυντανιού τους. Άλλωστε αυτοί την είχαν διαπαιδαγωγήσει.

Κύριο επάγγελμά τους ήταν να εντοπίζουν παρατημένα οικόπεδα. Στη συνέχεια συνεννοούνταν με κάποιον άλλον έντιμο κάτοικο της περιοχής να του κάνουν μήνυση για καταπάτηση του οικοπέδου ΤΟΥΣ. Ο φίλος ανταπέδιδε τη μήνυση, πήγαιναν στα δικαστήρια και το ξένο οικόπεδο κατοχυρωνόταν στο όνομα ενός από τους δύο. (Αυτό αποτελεί οικεία και γνωστή σε όλους τακτική στα Μεσόγεια· δεν το είδα στον ύπνο μου. Τώρα με το κτηματολόγιο περιορίστηκαν ελαφρώς οι χρυσές τους δουλειές)

Όταν ξύπνησα διάβασα στο blog του vromios μια ακόμα απ’ τις ωραίες του ιστοριούλες. Μιλάει για έναν αντίστοιχο τύπο: έναν γυμνοσάλιαγκα, γυναικολόγο τον έκανε εκείνος(!), με άσχημη εμφάνιση και άσχημη ψυχή. Σιχαμένο και εκμεταλλευτή κάθε ευνοϊκής για τον ίδιο κατάστασης. Που μόνη του έγνοια είναι το τομάρι του και πώς δεν θα ανακατευτεί ποτέ σε τίποτα που πιθανώς να βλάψει την σκατοζωούλα του, ακόμα κι αν πρόκειται για τη ζωή ή το θάνατο του καλύτερού του «φίλου».

Προχθές πάλι είδα τη «Ζωή των άλλων». Εκεί ένας καλός άνθρωπος, ένας συγγραφέας στην Ανατολική Γερμανία, διάγει τη ζωή του κανονικά, προσέχοντας όμως επιμελώς να μην κάνει τίποτα που θα ενοχλούσε τη Στάζι. Δεν παίρνει ποτέ θέση σε τίποτα και θεωρεί εαυτόν εντάξει, εφόσον δεν βλάπτει κανέναν. Ή μήπως βλάπτει εμμέσως; Αφυπνίζεται με την αυτοκτονία ενός φίλου του, που το σύστημα τον είχε βάλει στη μαύρη λίστα ως αντιφρονούντα και του απαγόρευε να σκηνοθετεί, να κάνει αυτό που ήξερε και αγαπούσε.

Πού θέλω να καταλήξω με όλα αυτά; Η φιλαυτία έχει διαβαθμίσεις. Και πολλές μορφές. Άλλοτε εμφανίζεται ως αναισχυντία, άλλοτε ως φιλοδοξία, άλλοτε ως πίστη στους νόμους, ως μετριοπάθεια, ως αδιαφορία ή ακόμα και ως μια γλοιώδης καλοσυνάτη δειλία. Συνήθως, δε, έχει το κλασικό πρόσωπο ενός ανερχόμενου μικροαστού.

Και το χαζοσυμπέρασμά μου: Όταν συμβαίνει κάτι εμφανώς κακό, το να μην παίρνεις θέση, το να περιορίζεσαι στα δικά σου και να κάνεις τον Κινέζο, είναι πολύ κοντά στο να τάσσεσαι υπέρ του κακού. Τα βολεμένα ανθρωπάκια είναι συχνά πιο επικίνδυνα από τα κακά ανθρωπάκια, γιατί είναι και πολλά… Και τα κακά ανθρωπάκια βρίσκουν πάνω τους το πάτημα για να παίζουν τα κακά τους παιχνιδάκια…

Σε μια κοινωνία ζούμε επιτέλους… δεν ζούμε μόνοι μας. Κι η ζωή του ενός εξαρτάται απ’ τη ζωή των άλλων. Κάποτε πρέπει να το πάρουμε χαμπάρι αυτό. Αλλά συνήθως το παίρνουμε χαμπάρι μόνο όταν πάθουμε εμείς οι ίδιοι κάτι… Και τότε αρχίζουμε και βρίζουμε το σύστημα, το θεό και -πάνω απ' όλα!- την κακούργα κοινωνία…

Παρασκευή, Οκτωβρίου 12, 2007

Σκέψεις…













Οι σκέψεις μας είναι η ελευθερία μας, έτσι δεν είναι; Έχουμε το δικαίωμα να σκεπτόμαστε οτιδήποτε… Μπορεί κάτι να λένε για 'μάς, αλλά όσο μένουν σκέψεις και δεν γίνονται πράξεις, δεν επαρκούν για να μας χαρακτηρίσουν ως ανθρώπους…

Κάποιος που έχει δει πολλά σπλάττερ, θα σκέπτεται μερικές φορές με εικόνες σπλάττερ. Αυτό σημαίνει πως είναι ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι; Κάποιος άλλος μπορεί να έχει απίστευτες ερωτικές φαντασιώσεις. Αυτό τον κάνει Μαρκήσιο Ντε Σαντ;

Αντιστρόφως: δεν είναι κάποιος ο Ρομπέν των Δασών, επειδή σκέπτεται δάση και ταξικές επαναστάσεις, ούτε ο Άγιος Αλέξιος, επειδή οραματίζεται να χαρίσει κάποτε όλην του την περιουσία στους φτωχούς.

Στην πρώτη περίπτωση όμως έχουμε μια τάση να στιγματίζουμε τους φορείς τους, ενώ στη δεύτερη απλώς δεν δίνουμε σημασία. Μάλλον θεωρούμε, ότι εφόσον κάποιος κάνει «κακές» σκέψεις, υπάρχει η πιθανότητα να τις πραγματοποιήσει κιόλας σε κάποια δεδομένη ακραία περίπτωση. Ενώ στην αντίστοιχη «θετική» σκέψη, είμαστε μέσα μας σχεδόν σίγουροι πως αποκλείεται να το κάνει. Εκτός αν είμαστε παιδιά…

Προσωπικώς δεν έχω ξεκαθαρισμένη άποψη περί της δύναμης της σκέψης. Αλλά έχω προσέξει με τα χρόνια κάτι: οι σκέψεις -θετικές ή αρνητικές- έχουν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να υλοποιηθούν από κάποιον που δεν τις εκφράζει, που τις κρατάει κρυφές, παρά από κάποιον που τις διαλαλεί και τις εξατμίζει.

Οι σκέψεις θεριεύουν μέσα στη μυστικότητα…

Πέμπτη, Οκτωβρίου 11, 2007

«Δεν έχει κίνητρο…»




















Κοιμάμαι όρθια… Ξύπνησα πρωί-πρωί να πάω να ψήσω τη μάνα μου να κάνει λογοθεραπεία. Εις μάτην… Δεν μασάει με τίποτα. Με το που έρχεται η λογοθεραπεύτρια κάνει τον ψόφιο κοριό.

«Δεν έχει κίνητρο…», μου είπε η αντιπαθητική δεσποινίς με το κλασσικό γιατροϋφάκι.

Μάλιστα… Δεν έχει κίνητρο… Λες κι όλοι οι υπόλοιποι έχουμε… Το θέμα των ημερών με τριγυρνάει ακατάπαυστα. Και πώς δίνεις κίνητρο σ’ έναν άνθρωπο να προσπαθήσει;

«Να την εκβιάσω με κάποιον τρόπο;» ρώτησα εμπιστευτικά την αντιπαθητικιά.
«Προς Θεού, όχι! Κάτι τέτοιο θα μας γύριζε μπούμερανγκ στη θεραπεία!»

Χμμμ… στη θεραπεία… Ποια θεραπεία, αφού δεν κάνει;

«Και τι να κάνουμε;»
«Θα περιμένουμε μήπως και θελήσει»

Άντε πάλι να περιμένουμε… Να περιμένουμε… τι να κάνουμε; Κι άμα θελήσει, εμένα να μου τρυπήσετε την μύτη, δεσποινίς. Στο μεταξύ, περιμένοντας, έχει αρχίσει να λέει αντί για λέξεις αριθμούς! Απ’ το κακό στο χειρότερο πάμε περιμένοντας.

«Μα ο χρόνος, που περνά, δεν είναι εις βάρος της;»
«Είναι, αλλά τι να κάνουμε;»


Ξέρω ‘γω τι να κάνουμε; Κάτι να κάνουμε επιτέλους! (Καλά, είναι τραγικό να βλέπεις έναν αγαπημένο σου άνθρωπο σ’ αυτήν την κατάσταση και να μην μπορείς να κάνεις τίποτα)

Ο πρώτος τρόπος, που σού ‘ρχεται στο μυαλό -εφόσον έχεις δοκιμάσει πολλάκις τη μέθοδο της πειθούς και δεν- είναι να την πλακώσεις στις σφαλιάρες να συνέλθει. Γιατί, όπως είπε κι η δεσποινίς, το πρόβλημα είναι συμπεριφορικό και ουχί παθολογικό. Αλλά δεν βαράς τη μανούλα…

Το δεύτερο είναι ο εκβιασμός. Αλλά την βλέπω και μόνη μου τη δουλειά: δεν πρόκειται να πιάσει.

Το τρίτο το μακρύτερο λοιπόν είναι να περιμένουμε… Να πεθάνει… Γιατί για άλλη προοπτική χλωμό το βλέπω πια. Μάλλον κι η ίδια αυτό θέλει και μας το λέει με τον τρόπο της. Και με πολλά τεσσάρια και οκτάρια… (Οι αριθμοί στη θέση των λέξεων, που λέγαμε)

Είναι απλό το θέμα: «Δεν έχει κίνητρο…»
...

Τετάρτη, Οκτωβρίου 10, 2007

Εσωτερική βιαιότης
















Οι σκοποί μας, χρυσόψαρα πάνω σε κόκκινο χαλί. Πεθαίνουν μέσα μας, σπαρταρώντας πρώτα για λίγο έξω από τη γυάλα, που την έσπασε τυχαία –ή μήπως με ενδόμυχη βαναυσότητα;- κάποιο παιδικό, απότομο σκούντημα.

Ως κακό timing ή κακή επιλογή παρερμηνεύεται συχνά η εσωτερική αυτή βιαιότης. Το χρυσόψαρο είναι έτσι κι αλλιώς βραχύβιο και το ξέρουμε. Θα μπορούσε κανείς να θεωρεί μάταια ή ακόμα και μακάβρια την περαιτέρω ύπαρξή του μέσα στη γυάλα…

Ίσως να υπάρχει και μια διεστραμμένη αισθητική αντίληψη: έχει μια άγρια ομορφιά να το βλέπεις να χτυπιέται, καθώς το οξυγόνο δεν μπορεί να περάσει μέσω του αέρα στα μονοδιάστατα βράγχια του.

Θυμάστε το Kill Bill; Το κοριτσάκι εκεί το πάτησε κιόλας… Κυριολεκτικά.

Αν είναι καλύτερα να αποστεώνονται τα βραχύβια όνειρά μας μέσα στη γυάλα, καθώς κανείς δεν βρίσκει το κουράγιο να μαζέψει το νεκρό σώμα ή να εγκαταλείπονται στις βίαιες «ανορθόδοξες» τάσεις μας, είναι κι αυτό ένα ερώτημα της Ηθικής.

Εγώ μένω στην απλή διαπίστωση της αδιαμφισβήτητης ύπαρξης των τάσεων αυτών.
Εντός, εκτός κι επί τ’ αυτά…

Τρίτη, Οκτωβρίου 09, 2007

Ό,τι προλάβουμε…













Αφού λοιπόν πέρασα μια ολόκληρη νύχτα προσπαθώντας να αποδιώξω από πάνω μου κάτι ψείρες, που μου κόλλησε ένας φίλος (κι αυτό χωρίς καν να με πλησιάσει), συνεχίζω ακάθεκτη τον αγώνα της ζωής μου…

Ποιον αγώνα; Ε, τι είναι η ζωή; Αγώνας δεν είναι; Όλο κάτι προσπαθούμε. Και να οι στεναχώριες, να οι θυμοί, να τα βάσανα… Θα μου πείτε, όχι δα, η ζωή έχει και τα καλά της. Ε, τά ‘χει κι αυτά για να μας ρίχνει στάχτη στα μάτια, να μην κόβουμε φλέβες μαζικώς.

Πάντως… όταν η ζωή σε πολυταλαιπωρεί, κάπου αναισθητοποιείσαι, δεν μασάς πια. Σου φαίνονται όλα απλές οδοντόκρεμες μπροστά σ’ αυτά που ήδη έχεις περάσει. Όπως λέει κι ένας θείος μου, γίνεσαι Τιτάνας! Πρωταθλητής βαρέων βαρών.

Τι νά ‘ρθει τώρα ο φλώρος να σου κουνηθεί; Το πουλί; Του τραβάς ένα βλέμμα και πέφτει κάτω ξερό. Αλίμονο στα καημένα τα πουλάκια, τα αβασάνιστα, που κάθονται και τρέμουν σύγκορμα, επειδή τους πόνεσε το δόντι ή επειδή τους κακομίλησε ο γκόμενος. Χειρότερα περνάνε.

Τίποτα. Δεν τρέχει τίποτα. Στη ζωή έχουμε έρθει για να κολαστούμε, ήτοι: να ζήσουμε με πάθος, να δοκιμαστούμε, να παιδευτούμε ή με την κακή έννοια της λέξης, να τιμωρηθούμε. Γιατί να τιμωρηθούμε; Α, θα σας γελάσω. Κάτι για προπατορικό αμάρτημα λένε οι Χριστιανοί.

Εγώ νομίζω απλώς, πως εκλαμβάνουμε ως τιμωρία τη φυσική πορεία των πραγμάτων. Μια καμπύλη είναι η ζωή μας… ανεβαίνει, φτάνει στο ζενίθ της και κατεβαίνει… Όπως συμβαίνει με όλα τα πράγματα, οργανικά κι ανόργανα. Κι ό,τι προλάβουμε. Αυτό. Τέρμα.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 08, 2007

Πολύτιμες γνώσεις


Όταν ήμουνα μικρή, η μαμά μου με πήγαινε από ’δώ κι από ‘κεί. Μια μέρα λοιπόν, πήγαμε σινεμά και έπαιζε το «Γρανίτα από λεμόνι». Προφανώς δεν ήξερε περί τίνος ακριβώς επρόκειτο. Δεν ήταν τέλος πάντων για την ηλικία μου. Μια φίλη της -μια καρακάξα όπως τις λέμε τις φίλες της μαμάς- που πήγαμε μετά σπίτι της, θυμάμαι κυριολεκτικά την επέπληξε που με πήγε σ’ αυτό το έργο.

Εν πάση περιπτώσει, εμένα δεν μου είχε κάνει και τόσο μεγάλη εντύπωση, πέραν της μουσικής του. Είχα λατρέψει εκείνα τα τραγούδια των 50’s. Έτρεξα την επόμενη ημέρα και προμηθεύτηκα την κασέτα (κασέτα… τρομερό; Νοιώθω τουλάχιστον 100 χρόνων μόνο και μόνο που αναφέρω αυτήν τη λέξη).

Το καλοκαίρι χορεύαμε μπλουζ στους κήπους μ’ αυτά. Τι όμορφες στιγμές! Ήμασταν πολύ μεγάλη παρέα, αγόρια-κορίτσια, και κάθε μέρα κάναμε πάρτι σε κάποιο σπίτι ή πηγαίναμε σινεμά. Μια μέρα που χόρευα λοιπόν με ένα αγόρι μπλουζ, επειδή ήμουν ψηλή και έριχνα σ' όλα τα αγοράκια, ένοιωσα κάτι σκληρό στο μπούτι μου. Μεγάλη περιέργεια μου έκανε αυτό.

Την άλλη μέρα στα βραχάκια, που κάναμε βουτιές, το ανέφερα στην παρέα.
«Στ’ αλήθεια δεν ξέρεις;» μου απάντησε ο μεγαλύτερος της παρέας.
Ντράπηκα λίγο. Όχι, δεν ήξερα… κι εγώ που νόμιζα πως τά ήξερα όλα! Η μαμά μου μού είχε πει από πολύ μικρή, τι ακριβώς κάνουν ένας άντρας και μια γυναίκα, είχα δει και τον αδελφό μου πώς είναι, ήξερα… Αλλά ούτε που μου πέρασε απ’ το μυαλό, ότι εκείνο το σκληρό πράγμα στο μπούτι μου ήταν αυτό!

Μου εξήγησε λοιπόν εκείνο το παιδί, πως το πράγμα των αντρών, όταν τους αρέσει ένα κορίτσι μεγαλώνει και σκληραίνει. Γουάου! Τι πληροφορία κι αυτή! Ώστε του άρεσα εκείνου του αγοριού, που χορεύαμε, ε; Πολύτιμη γνώση! Μπορούσα πια να ξεχωρίζω σε ποιους άρεσα!

Χε, χε… Τι ωραία που είναι να ξέρεις πράγματα…

Κυριακή, Οκτωβρίου 07, 2007

Γερνώντας…

Οι πιτσιρικάδες έχουν το θράσος της άγνοιας. Ενώ θα έπρεπε λογικά να καταλαβαίνουν, πως δεν έχουν ζήσει σχεδόν τίποτα ακόμα, πιστεύουν πως γνωρίζουν τα πάντα και πως μπορούν να έχουν άποψη για τα πάντα.

Κρίνουν τους άλλους αυστηρά, μέσα από το πρίσμα των ελάχιστων βιωμάτων τους και της δοτής από το περιβάλλον τους ηθικής, την οποία δεν έχουν προλάβει καλά-καλά ακόμη να αμφισβητήσουν. Έχουν πολύ ξεκάθαρη άποψη μέσα στο μυαλό τους σχετικά με το καλό και το κακό κι ο κόσμος χωρίζεται σαφώς σε μαύρο και άσπρο.

Αυτό είναι το μεγάλο τους ελάττωμα, αυτό κι η δύναμή τους. Δεν μπορείς να κάνεις επανάσταση με ιδέες μεσοβέζικες. Πρέπει να πιστεύεις με όλη τη δύναμη της ψυχής σου σε κάτι και να το υποστηρίζεις ακόμα και με κίνδυνο της ζωής σου (έχουν εξάλλου άγνοια ΚΑΙ του κινδύνου ακόμη).

Η μετριοπάθεια είναι ιδιότητα των μεγαλυτέρων. Στα 40 μου αντιδρώ κι εγώ ακόμα στην ιδέα της, όπως και σ’ αυτήν της σύνεσης, της φρονιμάδας… Μου μυρίζουν γεροντίλα. Συνθηκολόγηση και λιποψυχία. Το «Παν μέτρον άριστον» γίνεται όπλο στα χέρια των μετρίων και των απολύτως συμβιβασμένων. Μόνο η διαλλακτικότητα παίζει ως θετική έννοια στο μυαλό μου.

Αχ, πώς θα μπορούσαμε να διατηρούμε τον ενθουσιασμό και την αγωνιστικότητά μας για πάντα, χωρίς να πιστεύουμε ό,τι μπούρδα μας κάτσει από τυχαίες εντέλει συγκυρίες στο μυαλό; Πώς μπορούμε να συνεχίσουμε να λειτουργούμε στον κόσμο τούτο, δίχως αυτήν την λεγόμενη πίστη, που σε τραβολογάει σαν γαϊδούρι;

Πώς θα μπορούσαμε να εναποθέτουμε στα πόδια ενός οράματος όλο μας το είναι, χωρίς να υπολογίζουμε τις συνέπειες του λάθους; Αναγνωρίζοντας εκ των προτέρων την πιθανότητα της ήττας; Μόνο και μόνο από ΘΕΛΗΣΗ και ουδόλως από ΠΙΣΤΗ;

Σάββατο, Οκτωβρίου 06, 2007

Μια σχέση δύσκολη

Μέσα σε μια ομίχλη ξένων βιωμάτων, γνώσεων, απόψεων και θέσεων, στόχων, ενοράσεων και απλών συναισθημάτων, προσπαθεί ο μαθητής να ξεδιαλύνει πράγματα άγνωστά του. Να φανταστεί. Να μπει σε μία θέση τόσο μακρινή γι’ αυτόν, όσο και οι εντυπώσεις ενός γερακιού από τον κόσμο των πόλεων.

Ο δάσκαλος είναι αυστηρός και συχνά ανυπόμονος και σκληρός. Φοβάται πως δεν θα του φτάσει ο χρόνος. Πως δεν θα μπορέσει να μεταγγίσει την με τόσο κόπο αποκτημένη σοφία του. Και γνωρίζει, πως αργά ή γρήγορα ο μαθητής θα τον εγκαταλείψει…

Ο μαθητής έχει από τη φύση του πάθος, επαναστατικότητα, έλλειψη πίστης και μια κάποια άρνηση. Αμφισβήτηση. Ο μαθητής αγαπά και μισεί τον δάσκαλο ταυτοχρόνως. Ευεργέτης και δυνάστης του συνάμα, του προκαλεί συναισθήματα ανάμεικτα και αντιφατικά. Θαυμασμό και ανταγωνιστικότητα. Βιάζεται να γίνει ο ίδιος δάσκαλος και να ξεφορτωθεί την υπεροψία τού άλλου.

Ο δάσκαλος αγαπά τον μαθητή από την πρώτη στιγμή. Βλέπει σ' αυτόν το παρελθόν του.
Ο μαθητής θα αγαπήσει τον δάσκαλο πραγματικά μοναχά αφού φύγει από την επιρροή του και μπορέσει επιτέλους να τον αντικρύσει ως ίσος προς ίσον. Βλέπει σ' αυτόν το μέλλον του.

Για ποιον απ’ τους δύο άραγε είναι πολυτιμότερη η σχέση αυτή;
Και ποια η μεγάλη της ώρα;

Παρασκευή, Οκτωβρίου 05, 2007

Άλλη μια κλασική βλακεία




Όταν κάτι ολοφάνερα δεν τραβάει,
στα λεγόμενα αδιέξοδα,
πρέπει να την κάνεις όσο το δυνατόν γρηγορότερα.

Να μην τ’ αφήνεις να χρονίζουν
και να σου απομυζούν το χρόνο και την ενέργεια.

Όποιος δεν το εφαρμόζει αυτό,
πάσχει από κάποιου είδους βλακεία.

Διανοητική ή ψυχολογική· αδιάφορο…

Dead end.-

Πέμπτη, Οκτωβρίου 04, 2007

Το blogging κι ο εαυτός μας















Τα blogs δύσκολα κρατούν στην πορεία τον υποτιθέμενο εξομολογητικό χαρακτήρα τους. Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’ αυτό.

Ο βασικός είναι, πως φοβάσαι ποιος θα σε διαβάσει. Στην αρχή βγαίνεις εντελώς ανώνυμα και είσαι κάπως πιο «ανοιχτός». Αργά ή γρήγορα όμως σε παίρνουν διάφοροι χαμπάρι. Κατ’ αρχήν ο σύντροφός σου. Να λοιπόν ο πρώτος στον οποίο δεν μπορείς να αναφερθείς με ειλικρίνεια (και όχι μόνο!). Στη συνέχεια διάφοροι καλοί φίλοι. Βγαίνουν κι αυτοί απ’ έξω. Κι ο κύκλος όλο και ανοίγει. Αρχίζουν και οι μπλογκοσυναντήσεις, όπου πλέον γίνεσαι «επώνυμος» και πάπαλα… Αρχίζεις και σκέπτεσαι το καθετί, πριν το γράψεις.

Ένας άλλος λόγος είναι η «εικόνα». Πολλοί άνθρωποι έχουν άγχος με την εικόνα τους, ακόμα κι όταν δεν ξέρει κανείς ποιοι είναι. Θέλουν να γίνονται αγαπητοί ή απλώς θαυμαστοί και λένε ψέματα για τη ζωή τους και τον εαυτό τους, όπως ακριβώς κάνουν και στην πραγματικότητα. Ή μάλλον ακόμα χειρότερα μιας και μπορούν να λένε ό,τι μαλακία τους κατέβει στο κεφάλι, εφόσον κανείς δε μπορεί να τους ελέγξει.

Άλλοι πάλι φτιάχνουν μία «περσόνα» για εντελώς προσωπικό παραμύθιασμα. Παρουσιάζουν μόνο τις πλευρές του εαυτού τους, που οι ίδιοι θέλουν να αναδείξουν εσωτερικά. Κάτι σαν άσκηση αυτοπειθαρχίας και ελέγχου των «αρνητικών» για τους ίδιους χαρακτηριστικών. Εικονικά όμως…

Γενικώς, ο «εξομολογητικός» χαρακτήρας ενός διαδικτυακού ημερολογίου –όταν αυτός υπάρχει- γρήγορα χάνεται και η αυτολογοκρισία μπαίνει σε πλήρη λειτουργία. Στην ουσία, οι πιο ειλικρινείς bloggers είναι οι ίδιοι, που ανοίγουν τον εαυτό τους και στη ζωή.

Με λίγα λόγια: όπου κι αν είμαστε, όποιο μέσο κι αν χρησιμοποιούμε, τα ίδια κάνουμε στο τέλος. Είμαστε αυτό που είμαστε. Το μόνο καλό του blogging ως προς την προσωπική εξερεύνηση και κατανόηση είναι ότι μπορούμε και ξαναδιαβάζουμε τον εαυτό μας. Ότι τον βλέπουμε κάποιες φορές σαν απλοί αναγνώστες, παρατηρητές. Κι αυτό είναι πράγματι μεγάλο κέρδος για όποιον το καταφέρνει…

Συμπτώσεις



















Καθόμουν μες στη νύχτα μπροστά στο PC κι αποτύπωνα με τα γράμματα
τού πληκτρολογίου μου μια επιθυμία και μία ερώτηση:
«Πόσο θά ‘θελα να καθησυχάσω κάθε σου φόβο…
Μα πώς μπορώ, όταν φοβάσαι εμένα;»


Τη στιγμή, που το έγραφα αυτό, από την ξεχασμένη TV έφτασαν στ’ αυτιά μου
οι στίχοι κάποιου άγνωστου σ’ εμένα τραγουδιού:
«Φοβάμαι εμένα, εμένα και μόνο».

Και δεν είναι η πρώτη φορά, που συμβαίνει κάτι τέτοιο…


Υ.Γ.
Ολοκληρωμένη η απάντηση στο εσωτερικό μου ερώτημα,
όπως μου προσφέρθηκε δια στόματος Γ. Πλούταρχου:

Και πάλι ανάβω τσιγάρο, καπνίζω κι ας μην το γουστάρω
είναι αργά μα εγώ ξαγρυπνώ, δεν κοιμάμαι,
το γιατί δεν το ξέρω, μα κάτι φοβάμαι.

Δε θέλω να δω την αλήθεια κι απ' το ψέμα ζητάω βοήθεια,
απορώ πού θα βγει και το τέλος ποιο θά 'ναι,
το γιατί δεν το ξέρω, μα κάτι φοβάμαι.

Φοβάμαι που ίσως τα χρόνια μου άφησα,
που λάθος αγάπες και όνειρα κράτησα,
μα αυτό είναι ψέμα κι εγώ το πληρώνω.
Φοβάμαι εμένα, εμένα και μόνο.

...

Τετάρτη, Οκτωβρίου 03, 2007

Φευγαλέα…


Αναποδογυρίζουμε τις ζωές μας,
τις κάνουμε θέατρο του παραλόγου.

Στο background τραγούδια από εποχές παλιότερες,
γραμμένα για άλλους.
Οικειοποιούμαστε τα χρώματα
των φωνών, των ήχων, των συναισθημάτων…

Οι μορφές μας αντανακλώνται πάνω στα σύννεφα,
φεύγουν μαζί τους, αποδημούν.

Τελευταίες εικόνες από έναν κόσμο ονειρογέννητο,
εύθραυστο σαν δημιούργημα από ζάχαρη και κανέλα,
επενδυμένο με πάγο.

Και το απόγευμα είναι ζεστό·
λειώνουμε αργά και διαχεόμαστε στο σκοτάδι της πρώιμης νύχτας.

Πίκρα· μόνο πίκρα μένει στο τέλος,
και ένα νεύμα

«Κρίμα…»
...

Τρίτη, Οκτωβρίου 02, 2007

Εμπρός!
















Προσπαθώ να κάνω κάτι. Να απαλλαχθώ από κάτι.
Χώνεσαι εύκολα μέσα σε μια κωλοκατάσταση, αλλά δύσκολα βγαίνεις.
Σα να ξεχνάς, πώς ζούσες πριν.

Σκέπτομαι μερικές φορές, πως το κόλπο είναι να θυμηθείς.
Να βάλεις το μυαλό σου στο παλιό mode. Του «χωρίς αυτό».

Όμως το «χωρίς» έχει αρνητική χροιά και νοιώθεις αυτομάτως στέρηση.
Η θετική σκέψη έχει καλύτερα αποτελέσματα.
Θετική όχι με την έννοια που της δίνουν οι NewAgeάδες.
Με την γραμματική έννοια: κατάφαση.
Τώρα θα κάνω αυτό κι εκείνο. Όχι ΔΕΝ θα κάνω το άλλο.

Με την ίδια λογική, κακώς είπα πως θέλω να απαλλαχθώ από κάτι.
Κακώς είπα, πως θέλω και να γυρίσω πίσω, στην παλιά μου κατάσταση.
Όχι, θέλω να προχωρήσω.

Αυτές είναι μάλλον οι κερδισμένες αποφάσεις:
αυτές που σε παρακινούν και σε κινούν προς τα εμπρός.


Εμπρός; Hallo? Hello? Ναι; Ναι; (Μου το κλείσανε!)

Δευτέρα, Οκτωβρίου 01, 2007

Αφαιρετικοί κύκλοι

Πάει να σπάσει η κεφαλή μου. Hangover. Ήπια πολύ χθες ένεκα γενεθλίων. Δεν έκανα τίποτα σπουδαίο, αλλά για κάποιον περίεργο λόγο ένοιωθα καλά, χαρούμενη. Ίσως τελικά, οι πιο ευχάριστες ημέρες να είναι οι χαλαρές ημέρες. Εκείνες που δεν περιμένεις απολύτως τίποτα, δεν εύχεσαι απολύτως τίποτα.

Στις γιορτές συνήθως με έπιανε μια θλίψη και έχω πια προσδιορίσει το γιατί. Θεωρούσα, πως εφόσον η γιορτή είναι μια ξεχωριστή ημέρα, έπρεπε να συμβεί και κάτι ξεχωριστό. Και απογοητευόμουν, γιατί ποτέ δεν συνέβαινε τίποτα.

Μου έγραψε χθες ο Απαράδεκτος: «Να ξέρεις πως τα καλύτερα έρχονται όταν τα περιμένεις». Εγώ λοιπόν δεν το ξέρω αυτό, δεν το έχω ζήσει ποτέ. Όποτε περίμενα κάτι, δεν ερχόταν ποτέ. Όλα έρχονταν πάντα, μόλις σταματούσα να τα περιμένω, μόλις μου γίνονταν αδιάφορα.

Θα μου πείτε, αφού κάποτε έρχονται, το ίδιο είναι. Όχι, δεν είναι το ίδιο. Δεν χαίρεσαι για κάτι που σου είναι αδιάφορο. Στην ουσία σού είναι πλέον άχρηστο ή μάλλον περιττό. Μια ακόμα πολυτέλεια στη ζωή σου, που δεν σου προσφέρει τίποτα σπουδαίο.

Αυτό ακριβώς είναι όμως το κέρδος μου. Η «περιττοποίηση» των πραγμάτων.

Μ’ αυτούς τους κύκλους της προσμονής, της προσπάθειας, του πόνου -που απλά σβήνει μέσα στο χρόνο και καθιστά τα πράγματα περιττά- μετρώ όπως στους κορμούς των δέντρων την πραγματική μου ηλικία.

Αφαιρώντας όμως… πλησιάζοντας προς το κέντρο…


Καλό μας μήνα!